Με μια πτήση της SKY express από την Αθήνα φθάσαμε σε λιγότερο από τρεις ώρες στην πρωτεύουσα της Αρμενίας, το Γερεβάν του ενός εκατομμυρίου μόλις κατοίκων.
ΓΕΡΕΒΑΝ
H πόλη του Γερεβάν, που δημιουργήθηκε στο τέλος της Εποχής του Σιδήρου (κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα) και εκτείνεται στις δύο πλευρές του ποταμού Χρατζάν, συνδέθηκε εξαρχής με την ακμή και την παρακμή της Αρμενίας, με τις πολλαπλές μεταβάσεις της χώρας από τα αρχαία αρμενικά βασίλεια στην κυριαρχία των Σαφαβιδών και την Οθωμανική περίοδο μέχρι την επίπονη ιστορία της χειραφέτησης του σύγχρονου αρμενικού έθνους.
Αξίζει να σημειωθεί πως το προσωνύμιο «ροζ πόλη» το Γερεβάν το έχει αποκτήσει εξαιτίας του χρώματος της πέτρας με την οποία έχουν κτιστεί πολλά από τα κτίρια της πόλης, δηλαδή της ροζ ποικιλίας του ηφαιστειακού πετρώματος του τόφου.
Πολύ κοντά στο ξενοδοχείο μας βρίσκεται η Πλατεία Δημοκρατίας (Republic Square ή Hanrapetutyan Hraparak, στα αρμενικά). Είναι η μεγάλη κεντρική πλατεία της πόλης του Γερεβάν.
Περιτριγυρίζεται από τις οδούς Abovyan, Nalbandyan, Tigran Mets Avenue, Vazgen Sargsyan και Amiryan.
Σχεδιάστηκε από τον διάσημο αρχιτέκτονα του Γερεβάν Alexander Tamanyan ανάμεσα στο 1924 και το 1929 και ολοκληρώθηκε παίρνοντας την σημερινή της μορφή το 1952.
Περιβάλλεται από 7 επιβλητικά κτίρια, με το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα της ηφαιστειακής πέτρας (tuffa), μεταξύ των οποίων την διεθνούς φήμης Εθνική Πινακοθήκη, το Κρατικό Μουσείο Αρμενικής Ιστορίας, το ξενοδοχείο Armenia Marriot και άλλα κτίρια. Στην πλατεία εντυπωσιάζει ένα επιτοίχιο μεγάλο ρολόι.
Το πιο διάσημο αξιοθέατο στην πλατεία Δημοκρατίας είναι τα μελωδικά της συντριβάνια που τις καλοκαιρινές νύχτες «χορεύουν» στο ρυθμό της μουσικής και των φώτων, στο βορειοανατολικό μέτωπό της, μπροστά από την Εθνική Πινακοθήκη.
Κατά την σοβιετική περίοδο ήταν γνωστή ως πλατεία Λένιν, με το άγαλμα του σοβιετικού ηγέτη να βρίσκεται στο νοτιοδυτικό μέτωπό της, το οποίο αφαιρέθηκε το 1990 λίγο πριν από την καράκτηση της ανεξαρτησίας της Αρμενίας.
Αρχίσαμε την περιήγηση μας στην πόλη με επίσκεψη στο Κρατικό Ινστιτούτο Χειρογράφων Ματενανταράν. Στην κορυφή της μεγαλοπρεπέστερης λεωφόρου του Γερεβάν, αυτή η βιβλιοθήκη χειρογράφων, που μοιάζει με καθεδρικό ναό, αποτελεί πηγή τεράστιας υπερηφάνειας για όλους τους Αρμένιους. Το πρώτο Μatenadaran (βιβλιοθήκη) για αρμενικά κείμενα κτίστηκε τον 5ο αιώνα από τον Mesrop Mashtots, τον εφευρέτη του αρμενικού αλφαβήτου, στο Etchmiadzin και είχε χιλιάδες χειρόγραφα. Οι εισβολές ανά τους αιώνες οδήγησαν σε τεράστιες απώλειες λόγω λεηλασιών και πυρκαγιών, αλλά σώθηκαν 1800 χειρόγραφα, που είχαν εξαιρετική εικονογράφηση και επιπλέον ήταν δεμένα. Αυτά αποτέλεσαν την βάση αυτής της εκπληκτικής συλλογής.
Στη βάση του ειδικά σχεδιασμένου κτιρίου, που χρονολογείται από το 1957, βρίσκεται ένα άγαλμα που απεικονίζει τον Mashtots να διδάσκει το αλφάβητό του σε έναν μαθητή του. Άλλα έξι αγάλματα μεγάλων λογίων και συγγραφέων στέκονται στην είσοδο. Η υπαίθρια γκαλερί περιλαμβάνει λαξευτούς βραχώδεις τάφους και χατσκάρ (σταυρόπετρες) που έχουν μεταφερθεί στον χώρο από αρχαίες τοποθεσίες γύρω από την Αρμενία.
Στο εσωτερικό, υπάρχουν περισσότερα από 23.000 χειρόγραφα, έγγραφα και χάρτες, αν και μόνο ένας μικρός αριθμός αυτών εκτίθεται. Η κεντρική αίθουσα εστιάζει στην ανάπτυξη των αρμενικών μεσαιωνικών επιστημών, λογοτεχνίας και τεχνών ανά τους αιώνες. Άλλες αίθουσες έχουν ως εκθέματα ελληνικά και ρωμαϊκά επιστημονικά και φιλοσοφικά έργα, ιρανικά και αραβικά χειρόγραφα και μοναδικά αντικείμενα, όπως οι Ομιλίες του Μους του 13ου αιώνα, που ήταν τόσο βαρύ χειρόγραφο που χρειάστηκε να κοπεί στην μέση ώστε να μεταφερθεί με ασφάλεια από δύο γυναίκες μετά τις σφαγές του 1915.
Το μουσειακό συγκρότημα του Matenadaran βρίσκεται στο παλιό, πρωτότυπο κτίριο του ινστιτούτου. Αυτό που ήταν παλαιότερα μια ενιαία αίθουσα εκθέσεων, τώρα αποτελείται από δεκαπέντε αίθουσες, στις οποίες εκτίθενται χιλιάδες προσωρινά, μεταβαλλόμενα ή μόνιμα εκθέματα. Ο εκθεσιακός χώρος άνοιξε το 1957 αρχικά σε μία μόνο αίθουσα και μετά την ολοκλήρωση του κεντρικού κτιρίου του Ματενανταράν. Οι εκθεσιακοί χώροι αυξήθηκαν σε αριθμό το 2011 μετά την κατασκευή των νέων εγκαταστάσεων του Matenadaran (όπου μεταφέρθηκαν τα επιστημονικά τμήματα) και το κεντρικό κτίριο διατέθηκε σε μεγάλο βαθμό στους εκθεσιακούς χώρους, καθώς και σε γραφεία, εργαστήρια αποκατάστασης και αποθετήρια. Η έκθεση της κεντρικής αίθουσας είναι αφιερωμένη στην ανάπτυξη των αρμενικών μεσαιωνικών επιστημών, της λογοτεχνίας και των τεχνών ανά τους αιώνες. Παρακολουθεί τον αρμενικό πολιτισμό από την δημιουργία του αρμενικού αλφαβήτου από τον Mesrop Mashtots το 405 μ.Χ. έως τον 18ο αιώνα. Παρουσιάζει παλιές αρμενικές μεταφράσεις και έργα όλων των τομέων της μεσαιωνικής επιστήμης και τέχνης (ιστορίας, φιλοσοφίας, λογοτεχνίας, κοσμολογίας, ιατρικής, κ.λπ.), δωρεές, καθώς και μεσαιωνικές αρμενικές μινιατούρες και δείγματα μεσαιωνικών βιβλιοδεσιών. Τα εκθέματα αυτής της αίθουσας έχουν συμπληρωθεί με δείγματα των σωζόμενων χειρογράφων από την Γενοκτονία των Αρμενίων.
Ο εκθεσιακός χώρος του Αρτσάχ φιλοξενεί μικροσκοπικά έργα της Σχολής του Αρτσάχ, με την καλλιτεχνική ιδιαιτερότητά του και τα διακριτικά χαρακτηριστικά του. Αργότερα προστέθηκαν μικρογραφίες από τα Σχολεία του Bardzr Haik (Άνω Αρμενίας), της Αρμενικής Κιλικίας, της Κριμαίας, της Κωνσταντινούπολης και άλλων περιοχών.
Στην αίθουσα συλλογής χειρογράφων του Mush και της Karin παρουσιάζονται επίσης σωζόμενα χειρόγραφα από άλλες αρμενικές περιοχές. Πιο διάσημα από αυτά τα χειρόγραφα είναι το Msho Charentir, οι Ομιλίες του Mush (εκτίθεται το πρώτο μισό των Ομιλιών του Mush), το Zeytun Gospel και χειρόγραφα σε μικρογραφία της Κιλικίας Σχολής (Σχολή του Toros Roslin). Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης ψηφιακά αντίγραφα πολλών χειρογράφων που παρουσιάζονται από τις ηλεκτρονικές οθόνες που βρίσκονται στους τοίχους.
Στην αίθουσα της συλλογής χειρογράφων του Βασπουρακάν οι επισκέπτες μπορούν να δουν χειρόγραφα που κατά βάση ανήκουν στις Σχολές του Βαν και του Βασπουρακάν. Εκεί παρουσιάζονται το Ευαγγέλιο Dashunahar, το Ευαγγέλιο Hrashagorts, «Το Βιβλίο των Θρήνων» του Αγίου Γρηγορίου του Ναρέκ, τα χειρόγραφα που δώρισε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αρμενίας στο Ματενανταράν.
Στον εκθεσιακό χώρο Medieval Medicine οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν μαζί με τα χειρόγραφα, ιατρικά βιβλία που δεν έχουν μόνο ιστορική και θεωρητική, αλλά και σύγχρονη και πρακτική σημασία. Στο εργαστήριο Μεσαιωνικής Αρμενικής Ιατρικής του Matenadaran, οι ειδικοί χρησιμοποιούν σκουλήκια, αρωματικά φυτά και ρίζες που φύονται μόνο στα Αρμενικά υψίπεδα, για να παρασκευάσουν το υγιεινό «Βασιλικό Βάλσαμο», αφεψήματα λουλουδιών και αναζωογονητικά και αντιγηραντικά έλαια δέρματος που χρησιμοποιούσαν οι «ευγενείς γυναίκες» στον Μεσαίωνα. Αυτά τα είδη, που είναι μοναδικά αναμνηστικά, πωλούνται μόνο στο Matenadaran και παρασκευάζονται σύμφωνα με μεσαιωνικές συνταγές. Εκτίθενται επίσης συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή φυσικών βαφών και το Άγιο Μύρο.
Η αίθουσα του Χάρτη παρουσιάζει χάρτες ανατυπωμένους από μεσαιωνικά αρμενικά, λατινικά, ελληνικά, αραβικά και άλλα χειρόγραφα που απεικονίζουν τον αρχαίο κόσμο και τη μεσαιωνική γεωγραφική γνώση. Παρουσιάζεται επίσης ο πρώτος χάρτης που τυπώθηκε στα αρμενικά (Άμστερνταμ, 1695).
Η έκθεση των αρχειακών πολύτιμων εγγράφων που φυλάσσονται στο Ματενανταράν είναι αφιερωμένη στην 100ή επέτειο της Γενοκτονίας των Αρμενίων και περιλαμβάνονται σ' αυτή δείγματα που εκτίθενται για πρώτη φορά. Οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να δουν τις εντολές δήμευσης ερειπωμένων περιουσιών των Αρμενίων, τις φωτογραφίες των δραστηριοτήτων του ορφανοτροφείου Echmiadzin και του Hovhannes Tumanyan, τα μητρώα του Αρμενικού Προκαθήμενου των Αδάνων και τις φωτογραφίες της μάχης του Aintab κ.λ.π. Η συλλογή αρχειακών εγγράφων του Matenadaran βασίστηκε στο καθολικό του Echmiadzin και αργότερα εμπλουτίστηκε από πολυάριθμες δωρεές. Ο αριθμός των εγγράφων ξεπερνά πλέον τις 500.000. Στις δύο αίθουσες των παλαιών έντυπων βιβλίων εκτίθενται αρμενικά και ξένα πολύτιμα και σπάνια βιβλία που εκδόθηκαν σε διάφορες χώρες και πόλεις (Βενετία, Άμστερνταμ, Κωνσταντινούπολη, Νέα Τζούφα, Παρίσι, Μασσαλία, Λβοφ, Μάντρας, Ρώμη, Μόσχα, Αστραχάν, Αγία Πετρούπολη και αλλού) κατά τον 16ο έως τον 18ο αιώνα. Τα πρώτα αρμενικά βιβλία τυπώθηκαν στη Βενετία το 1512-1513, από τον Hakop Meghapart. Στα πλαίσια των εκθέσεων για την 100ή επέτειο της Γενοκτονίας των Αρμενίων στην Εικονική αίθουσα του Ματενανταράν μπορεί κανείς να παρακολουθήσει μια ταινία ντοκιμαντέρ για τις «σφαγές των Κεμαλιστών», βασισμένη στα αρχεία του Ματενανταράν. Στις τέσσερις εκθεσιακές αίθουσες που είναι αφιερωμένες στο έργο του M. Saryan, οι επισκέπτες μπορούν να δουν τα πιο διάσημα έργα του, από τα πρώτα του μέχρι την τελευταία του ελαιογραφία «Fairy Tale». Οι εκθεσιακοί χώροι περιέχουν επίσης έργα από την περιοχή της Αιγύπτου, «Walking Woman», «Night Landscape», εικονογραφήσεις βιβλίων του Saryan («Anthology of Armenian Poetry» του V. Bryusov/1916, κ.λπ.) και ορισμένα προσωπικά αντικείμενα του Saryan, όπως μια αιγυπτιακή μάσκα και άλλα.
Το μουσείο είναι ανοικτό από την Τρίτη έως το Σάββατο από τις 10:00 έως τις 17:50. Την Κυριακή, την Δευτέρα και τις αργίες η είσοδος είναι δωρεάν.
Συνέχεια είχε το κτίριο που στεγάζει τώρα το Cafesjian Centre for the Arts. Είναι πολύ δημοφιλές στον Αρμενικό λαό, ειδικά σε αυτούς που ζουν στην πρωτεύουσα του Γερεβάν. Γνωστό ως "The Cascade", το συγκρότημα σχεδιάστηκε αρχικά από τον αρχιτέκτονα Alexander Tamanyan (1878-1936). Ο Tamanyan ήθελε να συνδέσει τα βόρεια και τα κεντρικά μέρη της πόλης -τα ιστορικά οικιστικά και πολιτιστικά κέντρα- με μια τεράστια καταπράσινη περιοχή με καταρράκτες και κήπους. Δυστυχώς, το σχέδιο παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό ξεχασμένο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν το αναβίωσε ο επικεφαλής αρχιτέκτονας του Ερεβάν, Jim Torosyan, ο οποίος εργάστηκε για την επίτευξη του έργου με τους αρχιτέκτονες Sargis Gurzadyan και Aslan Mkhitaryan. Το σχεδιο του Torosyan για το Cascade περιελάμβανε το αρχικό πλάνο του Tamanyan, αλλά ενσωμάτωσε σ' αυτό νέες ιδέες που περιελάμβαναν μια μνημειακή εξωτερική σκάλα, ένα μακρύ εσωτερικό φρεάτιο που περιείχε μια σειρά από κυλιόμενες σκάλες και ένα περίπλοκο δίκτυο αιθουσών, αυλών και υπαίθριων κήπων διακοσμημένων με πολλά έργα γλυπτικής που εμπεριέχουν πλούσια ιστορία και πολιτιστικές αναφορές στην Αρμενία.
Η κατασκευή του σχεδιασμού του Cascade από τον Torosyan ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, αλλά εγκαταλείφθηκε μετά τον σεισμό της Αρμενίας το 1988 και την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Με την κατάκτηση της ανεξαρτησίας και την μετάβαση στη δημοκρατία, η Αρμενία εισήλθε σε μια περίοδο σοβαρών οικονομικών δυσκολιών και το Cascade παρέμεινε ένα παραμελημένο σχέδιο-λείψανο της Σοβιετικής δεκαετίας. Ο Cafesjian, συνεργαζόμενος με την πόλη του Yerevan και την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Αρμενίας, ξεκίνησε την πρόσφατη αναζωογόνηση του το 2002. Τα επόμενα επτά χρόνια, σχεδόν κάθε πτυχή του μνημείου ανακαινίστηκε και μεγάλο μέρος του ανασυστάθηκε πλήρως σε Κέντρο Τεχνών που φέρει το όνομα του κύριου ευεργέτη του.
Κάποια στοιχεία για το Cascade: Αριθμός σκαλιών: 572
Απόσταση από το κάτω μέρος μέχρι την κορυφή του καταρράκτη: 302 m Απόσταση από το κάτω μέρος μέχρι την κορυφή του Monument Terrace: 450 m Πλάτος: 50 m
Ύψος της βεράντας του μνημείου: 118 m Κλίση: 15 μοίρες
Πολύ κοντά στον χώρο βρίσκεται το σπίτι -μουσείο του διάσημου και αγαπημένου Γαλλοαρμένιου τραγουδιστή, συνθέτη, στιχουργού, ηθοποιού και διπλωμάτη Σαρλ Αζναβούρ, ενός παγκόσμιου συμβόλου στον κόσμο της μουσικής.
Ακολούθησε η αρμενική ποτοποιία Μπράντι ARARAT. Ενσαρκώνει τον ίδιο τον θρύλο, το πνεύμα της Αρμενίας, την πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά της και τη δεξιοτεχνία του αρμενικού λαού. Η ARARAT είναι η πιο διάσημη και επιτυχημένη μάρκα αρμενικού μπράντι στον κόσμο. Στο εργοστάσιο αυτό μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τις παραγωγικές φάσεις της παρασκευής μπράντι, επίσης να απολαύσει την γεύση διαφορετικών ειδών μπράντι ARARAT. Στο μουσείο του εργοστασίου παρουσιάζεται η 120χρονη ιστορία της αρμενικής παραγωγής μπράντι.
Στο τέλος της πρώτης ημέρας επισκεφθήκαμε το Μουσείο Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Σε ανάμνηση της σφαγής των Αρμενίων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από το 1915 έως το 1922, αυτό το ίδρυμα χρησιμοποιεί φωτογραφίες, έγγραφα, αναφορές και ταινίες για να προσφέρει στον επισκέπτη μια ισχυρή μουσειακή εμπειρία παρόμοια με αυτή του Yad Vashem του Ισραήλ (Μουσείο Ολοκαυτώματος). Διατίθενται δωρεάν περιηγήσεις για πέντε ή περισσότερα άτομα. Πάνω σε λόφο βρίσκεται ένα μνημείο με κωδωνοστάσιο ύψους 44 μέτρων, δίπλα σε έναν κύκλο από 12 πλάκες βασάλτη που γέρνουν για να φυλάξουν μια αιώνια φλόγα. Κτίστηκε το 1967 και οι 12 κεκλιμένες πλάκες του μνημείου αντιπροσωπεύουν τις χαμένες επαρχίες της Δυτικής Αρμενίας, γη που χάθηκε από την Τουρκία σε μια ειρηνευτική συμφωνία μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο μεταξύ Ατατούρκ και Λένιν. Ο κώνος του μνημείου έχει μια λεπτή διάσπαση που τον χωρίζει σε μεγαλύτερες και μικρότερες "βελόνες", των οποίων η μικρότερη αντιπροσωπεύει την Δυτική Αρμενία. Από το μουσείο, ένα φαρδύ μονοπάτι που πλαισιώνεται από έναν τοίχο μήκους 100 μέτρων με χαραγμένα τα ονόματα των σφαγιασμένων κοινοτήτων, οδηγεί στο μνημείο. Στον περιβάλλοντα χώρο, υπάρχουν δέντρα που φυτεύτηκαν από ξένους ηγέτες που υιοθέτησαν τον όρο γενοκτονία για να περιγράψουν τα γεγονότα που συνέβησαν. Το συγκρότημα βρίσκεται στον λόφο Tsitsernakaberd (Φρούριο των Χελιδονιών) απέναντι από το φαράγγι του Hrazdan. Ο ευκολότερος τρόπος για να φτάσετε στο Μουσείο από το Γερεβάν είναι μέσω μιας εφαρμογής μεταφοράς (περίπου 600 AMD) ή με ταξί (800 AMD έως 1200 AMD, από το κέντρο της πόλης). Δεν θα περιμένει το ταξί να τελειώσετε την επίσκεψη, εκτός και αν το έχετε προκαθορίσει, επομένως είναι καλή ιδέα να έχετε κατεβάσει στο κινητό σας την εφαρμογή GG ή Yandex. Εναλλακτικά, πάρτε το marshrutka (minivan) 46 από τη λεωφόρο Mesrop Mashtots και κατεβείτε στα σκαλιά του Hamalir (το αθλητικό και συναυλιακό συγκρότημα). Από εκεί μπορείτε να ανεβείτε τα σκαλιά μέχρι το τέλος του πάρκου όπου βρίσκονται το μνημείο και το μουσείο.
Δείτε επίσης στο Γερεβάν την υπαίθρια αγορά Vernissage Market, με πολλά χειροποίητα είδη, τον υπόγειο σταθμό του μετρό στην πλατεία Δημοκρατίας, το Victory Park, με το άγαλμα Mother Armenia και την εντυπωσιακή θέα.
Στην συνοικία Kond δείτε το Kond Pedestrian Tunnel to Hrazdam Gorge και το Blue Mosque.
Επίσης την όπερα, τον καθεδρικό ναό του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή, το Ιστορικό Μουσείο της Αρμενίας και την Εθνική Πινακοθήκη.
Για ποτό πάτε στο Mirzoyan Library Bar και για καφέ στο Lumen 1936 cofee shop.
Την επόμενη ημέρα κάναμε μια πρώτη στάση στο Charents Arch (Αψίδα Τσάρεντς) που βρίσκεται στο δρόμο προς το Garni και το μοναστήρι Geghard και χρησιμοποιείται ως σημείο θέασης του όρους Αραράτ και της κοιλάδα του.
Σε μέρα με καθαρή ατμόσφαιρα, παρέχει εκπληκτική και μοναδική θέα.
Υπάρχει αρκετός χώρος που επιτρέπει στους επισκέπτες πικνίκ ή ανάπαυση, καθώς και άνετη στάθμευση των αυτοκινήτων.
Η αψίδα ή καμάρα παρέχει αρκετή κάλυψη και από τον ήλιο και από την βροχή, έτσι ώστε μπορείτε να απολαύσετε μοναδικές στιγμές χωρίς καμία ανησυχία για τις καιρικές συνθήκες.
Ο ναός Garni είναι ένα εντυπωσιακό συγκρότημα ελληνορωμαϊκών ναών που πιθανότατα κτίστηκε τον 1ο αιώνα μ.Χ. από τον βασιλιά Τιριδάτη Α' της Αρμενίας με την υποστήριξη του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Νέρωνα.
Αφιερωμένος πιθανώς στην αρχαία θεότητα Μίθρας, ο ναός Garni βρίσκεται περίπου 30 χιλιόμετρα ανατολικά του Γερεβάν και το συγκρότημα φιλοξενεί μια σειρά από κτίρια, όπως ένα βασιλικό παλάτι, ρωμαϊκά λουτρά και μια εκκλησία του 9ου αιώνα.
Καταστράφηκε από σεισμό το 1679 και ανακατασκευάστηκε μερικώς την δεκαετία του 1970.
Η Αρμενία ήταν η πρώτη χριστιανική χώρα στον κόσμο, που υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως κρατική θρησκεία το 301 μ.Χ.
Οι ιστορικές καταγραφές γύρω από τις πρώτες ημέρες του ναού του Garni είναι κάπως περιορισμένες, ωστόσο είναι πιθανό ότι ο ναός κατασκευάστηκε για πρώτη φορά με εντολή του βασιλιά Τιριδάτη Α' της Αρμενίας γύρω στα έτη 70-80 μ.Χ.
Ο Ναός του Garni βρίσκεται σε μια πολύ στρατηγική τοποθεσία, σε έναν βράχο, με θέα στα βουνά Geghama και τον ποταμό Azat, κοντά στην πεδιάδα του Αραράτ. Η τοποθεσία κατοικήθηκε στους προϊστορικούς χρόνους και υπάρχουν ενδείξεις ότι χρησιμοποιήθηκε και από τους Ουραρτίους μεταξύ 8ου-6ου αιώνα π.Χ. Το συγκρότημα περιλάμβανε ένα ρωμαϊκό λουτρό, ένα βασιλικό θερινό ανάκτορο και μια εκκλησία του 7ου αιώνα. Μετά τη μετάβαση της Αρμενίας στον Χριστιανισμό στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ., ο ναός του Garni σώθηκε χάρη στη μεσολάβηση της πριγκίπισσας Khosrovdoukht που ήταν αδελφή του Τιριδάτη. Εκείνη την εποχή, ο Τιριδάτης ηγήθηκε μιας συντονισμένης προσπάθειας για τη συστηματική καταστροφή όλων των αρχαίων παγανιστικών ναών της Αρμενίας. Λόγω της στρατηγικής της σημασίας, η περιοχή γύρω από τον ναό του Γκάρνι δέχτηκε πολλαπλές επιδρομές από Ρωμαίους, Πέρσες, Άραβες, Βυζαντινούς, Τούρκους και Μογγόλους. Επίσης το 1638 μ.Χ. ο Ναός του Γκάρνι δέχθηκε επιδρομή από Οθωμανούς Τούρκους κατά τη διάρκεια του Οθωμανικού-Σαφαβιδικού πολέμου του 1623-1639 που είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές καταστροφές. Μετά από έναν καταστροφικό σεισμό το 1679, ο ναός του Garni κατέρρευσε και παρέμεινε ως ερείπιο για εκατοντάδες χρόνια. Οι αρχαιολόγοι άρχισαν να εξερευνούν τον χώρο τον 19ο αιώνα και ο Νικωραίος Μαρ πήρε την πρωτοβουλία να συγκεντρώσει και να προστατεύσει τις πέτρες του πεσμένου ναού μεταξύ 1909-1911, με την ελπίδα ότι μια μέρα θα αναστηθεί ο ναός. Ο ναός αναστηλώθηκε εκτενώς μεταξύ των ετών 1969-1975, όταν η Αρμενία βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο ναός Garni είναι τώρα ο μοναδικός ειδωλολατρικός ναός που σώζεται στην Αρμενία και το μόνο κλασικό οικοδόμημα που εξακολουθεί να υπάρχει στη χώρα. Ο σχετικός ιστότοπος υποδέχεται 136.000 επισκέπτες κάθε χρόνο και κάποιοι από αυτούς είναι Αρμένιοι Νεοπαγανιστές, που αποκαλούν την τοποθεσία πνευματική τους πρωτεύουσα. Ο Αρμενικός Νεοπαγανισμός είναι ένα σχετικά νέο θρησκευτικό κίνημα που στοχεύει στην ανάκτηση της προχριστιανικής αρμενικής πίστης.
Οι επισκέπτες μπορούν να ανέβουν τα απότομα σκαλιά, να μπουν στο ναό και να περπατήσουν ανάμεσα στις κολώνες. Αυτή η πρόσβαση προσφέρει επίσης θέα στο κρατικό καταφύγιο Khosrov σε όλο το φαράγγι. Το κρατικό καταφύγιο Khosrov είναι προστατευόμενη περιοχή από το 330 μ.Χ.
Ο σταθμός λεωφορείων, όπου τα μικρά λεωφορεία πηγαίνουν στο Garni από το Γερεβάν, βρίσκεται έξω από το κέντρο της πόλης στη λεωφόρο Gai 14/3. Ο αριθμός του μίνι λεωφορείου είναι 266 και η διαδρομή διαρκεί περίπου 40 λεπτά. Οι επισκέπτες μπορούν επίσης να επιλέξουν να νοικιάσουν αυτοκίνητο.
Ακολούθησε η Συμφωνία των Πετρών.
Το φυσικό αυτό μνημείο βρίσκεται κοντά στο χωριό Γκαρνί, στην επαρχία Kotayk και αποτελείται από τεράστιες και παραδόξως συμμετρικές εξάγωνες και πενταγωνικές στήλες βασάλτη, ύψους σχεδόν 50 μέτρων, οι οποίες φαίνονται να είναι σαν χειροποίητες λόγω της εξαιρετικής συμμετρίας τους. Αυτές οι στήλες που κρέμονται ενάντια στη βαρύτητα μοιάζουν με μουσικό όργανο, γεγονός που εξηγεί γιατί αναφέρονται και ως «Σωλήνες Οργάνου από μελανόλιθο».
Ο ποταμός Αζάτ ρέει μέσα από το φαράγγι, συμπληρώνοντας έτσι τη μαγευτική ομορφιά του τοπίου. Από το σημείο αυτό μπορείτε επίσης να εισέλθετε στο κρατικό καταφύγιο του δάσους Khosrov και να ανακαλύψετε μια από τις ειδικά προστατευόμενες περιοχές της Αρμενίας.
Αυτοί οι υπέροχοι βράχοι σχηματίστηκαν υπό συνθήκες υψηλής πίεσης λόγω της ψύξης και της κρυστάλλωσης της ηφαιστειακής λάβας.
Το φαράγγι του Γκαρνί είναι πολύ δημοφιλές μεταξύ των τουριστών που επισκέπτονται αυτό το μέρος, για να δουν τους φυσικούς βράχους εκπληκτικής ομορφιάς, που είναι γνωστοί ως «Συμφωνία των Πέτρων» ή «Όργανο Βασάλτης». Στο όμορφο τοπίο παρέχεται μουσική υπόκρουση από την ροή του ποταμού, που διασχίζει το φαράγγι και συνδυάζει το μεγαλείο της πέτρας με τον ήχο του νερού.
Η Symphony of Stones είναι εγγεγραμμένη στον κατάλογο των φυσικών μνημείων και κατά συνέπεια προστατεύεται από το νόμο. Είναι ένα από τα πολλά κρυμμένα "διαμαντάκια" που προσφέρει η Αρμενία στους επισκέπτες της.
Η επόμενη στάση ήταν στο μοναστηριακό συγκρότημα Geghard, ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα στην Αρμενία. Σχεδόν κάθε περιήγηση στις ιστορικές τοποθεσίες της Αρμενίας ξεκινά με αυτό το αρχαίο μοναστήρι! Εάν μια αρμενική οικογένεια έχει φιλοξενούμενο από μια ξένη χώρα, το επόμενο πρωί ο οικοδεσπότης του σπιτιού είναι πιθανό να πει: «Πρώτα πρέπει να ξεκινήσουμε με το Garni-Geghard»! Το πρώτο πράγμα που αιχμαλωτίζει και συναρπάζει τους ταξιδιώτες είναι η χιλιετής ιστορία του χώρου. Φανταστείτε να στέκεστε στη μέση ενός αρχαίου μοναστηριού λαξευμένου σε ένα βράχο, με υπέροχη θέα στα γύρω βουνά!
Το μοναστηριακό συγκρότημα Geghard είναι επίσης δημοφιλές λόγω της κοντινής του τοποθεσίας από την πρωτεύουσα της Αρμενίας, το Γερεβάν, από το οποίο απέχει μόλις 36 χλμ. Ο επαρχιακός δρόμος από την πρωτεύουσα μέχρι τον αρχαίο ναό διαρκεί μόλις 45 λεπτά. Ο δρόμος προς το μοναστήρι είναι εξαιρετικά γραφικός. Καθ' οδόν προς το Geghard μπορείτε να δείτε υπέροχα ορεινά τοπία σε συνδυασμό με τον ήλιο και τον καθαρό αέρα. Περνώντας μέσα από τους πανύψηλους βράχους κατά μήκος του φαραγγιού του ποταμού Azat, μπορείτε επίσης να δείτε πολλές σπηλιές λαξευμένες στους βράχους. Σε αυτά τα σπήλαια, οι αρχαιολόγοι έχουν βρει πολλές σπηλαιογραφίες. Αυτό αποδεικνύει ότι κάποτε κατοικήθηκε από προϊστορικούς ανθρώπους. Η ιστορία του Geghard έχει διάρκεια περισσότερα από 1.500 χρόνια. Το Gegard, ως μοναδικό πολιτιστικό μνημείο, αποτελεί παγκόσμια κληρονομιά του ανθρώπινου πολιτισμού. Σύμφωνα με τον μύθο, το μοναστήρι ιδρύθηκε τις πρώτες δεκαετίες μετά την υιοθέτηση του Χριστιανισμού ως κρατικής θρησκείας το 301 από τον Γρηγόριο τον Φωτιστή. Ωστόσο, αρχικά το μοναστήρι ήταν ένα μικρό παρεκκλήσι σε σπηλιά. Σύμφωνα με έναν μύθο, κατά τους προχριστιανικούς χρόνους υπήρχε εκεί μια ιερή πηγή και γι' αυτό επιλέχθηκε ο τόπος για την ανέγερση του παρεκκλησίου. Εξ ου και το αρχικό όνομα του μοναστηριού κάποτε ήταν Ayrivank, που στα αρμενικά σημαίνει «μοναστήρι σπηλαίων». Με τα χρόνια το συγκρότημα μεγάλωσε και ο αριθμός των μοναστηριών αυξήθηκε. Το 1215 κτίστηκε το κύριο και πιο εξέχον μοναστήρι Κατωκές.
Το σημερινό όνομα της μονής συνδέεται με μια όμορφη παράδοση. Σύμφωνα με το μύθο, το μοναστήρι του Geghard ονομάστηκε προς τιμήν του δόρατος, με το οποίο ο Ρωμαίος λεγεωνάριος τρύπησε το σώμα του Χριστού στο σταυρό. Μετάφραση από τα Αρμενικά, Geghard σημαίνει «αιχμή του δόρατος» και Gegardavank σημαίνει «μοναστήρι του δόρατος» αντίστοιχα. Μετά τη σταύρωση, το «Longine’s Spear» μεταφέρθηκε στο μοναστήρι. Επί του παρόντος, το κύριο λείψανο του Geghard -το δόρυ- φυλάσσεται στο θησαυροφυλάκιο του Echmiadzin, το πνευματικό κέντρο της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας. Εκτός από το δόρυ, στο μοναστήρι του Geghard φυλάσσονται και τα λείψανα του Ιωάννη του Προδρόμου και του Αγίου Ανδρέα.
Το μοναστήρι Geghard ήταν ένα από τα πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα της μεσαιωνικής Αρμενίας, όπου εκτός από θρησκευτικά κτίρια υπήρχαν επίσης ιδρύματα όπως σχολείο, βιβλιοθήκη, τυπογραφείο. Οι μοναχοί ζούσαν σε κελιά-σπηλιές λαξευμένα δίπλα στο μοναστήρι και συνέβαλαν πολύ στην ανάπτυξη της τέχνης της καλλιγραφίας. Το σχολείο του μοναστηριού είχε αποθήκη χειρογράφων. Μερικά από τα χειρόγραφα φυλάσσονται τώρα στο Ματενανταράν που φέρει το όνομα του Mesrop Mashtots. Το Geghard είναι κυρίως διάσημο για την αρχιτεκτονική του. Αυτό το αρχιτεκτονικό θαύμα είναι κυριολεκτικά λαξευμένο στα βάθη του βράχου. Στους τοίχους του αρχαίου ναού μπορείτε να δείτε αξιόλογα ανάγλυφα και μοναδικά χατσκάρ. Το σύμβολο της πριγκιπικής οικογένειας Proshyan (ένα λιοντάρι που κατακτά έναν ταύρο), είναι χαραγμένο στους τοίχους του μοναστηριού. Μέσα στο ναό υπάρχει μια κατανυκτική πνευματική ατμόσφαιρα. Χάρη στην ακουστική του, κατά τη διάρκεια του εκκλησιαστικού τραγουδιού το μοναστήρι γεμίζει με θεϊκή, αγγελική μουσική. Μέσα στην εκκλησία υπάρχει επίσης ο οικογενειακός τάφος των πριγκίπων Proshyan. Με το μοναστήρι συνδέονται ενδιαφέροντες θρύλοι και παραδόσεις. Για παράδειγμα, υπάρχει η πεποίθηση ότι το Geghard βοηθά τα όνειρα σας να πραγματοποιηθούν. Στους εξωτερικούς τοίχους του μοναστηριού, μπορείτε να δείτε περίεργα αυλάκια γεμάτα βότσαλα. Υπάρχει μια όμορφη πεποίθηση ότι αν κάνεις μια ευχή, πετάξεις ένα βότσαλο από κάτω και μπεις σε ένα αυλάκι, το όνειρό σου σίγουρα θα γίνει πραγματικότητα. Ένα άλλο μοναδικό γεγονός, που ξεχωρίζει το μοναστήρι αυτό από τα άλλα, είναι η αγία πηγή που αναβλύζει ακριβώς μέσα στην εκκλησία. Οι άνθρωποι ρίχνουν κέρματα εδώ, κάνοντας ευχές. Το νερό την άνοιξη θεωρείται ιερό. Οι άνθρωποι πλένονται και επίσης γεμίζουν τα μπουκάλια με αγιασμό και τον παίρνουν μαζί τους. Το μοναστηριακό συγκρότημα του Geghard είναι αναμφίβολα παγκόσμια κληρονομιά, γι' αυτό και περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Κατόπιν ακολούθησε γνωριμία με την τοπική κουζίνα της Αρμενίας. Επισκεφθήκαμε ένα παραδοσιακό σπίτι, όπου είδαμε πώς παρασκευάζεται το αρμενικό ψωμί (ένα είδος λεπτής πίτας), που ονομάζεται λαβάς. Το ψωμί αυτό ψήνεται σε υπόσκαφο φούρνο που μοιάζει με ρηχό πηγάδι, ονομάζεται τονίρ και αποτελεί μνημείο τοπικής παράδοσης της UNESCO. Το περίφημο αρμενικό fast food είναι ουσιαστικά λαβάς με τυρί.
Επιστρέψαμε στο Γερεβάν, όπου και διανυκτερεύσαμε.
Την επόμενη ημέρα η πρώτη μας επίσκεψη έγινε στο Khor Virap (Χορ Βιράπ), ένα μοναστήρι της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας που βρίσκεται στην κοιλάδα Ararat της Αρμενίας, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, περίπου 8 χλμ νότια του Artashat, στην επαρχία Ararat.
Το Χορ Βιράπ, που σημαίνει «βαθύ πηγάδι», ήταν η κατοικία του Αρμένιου επικεφαλής της Αποστολικής Εκκλησίας.
Η αξιοσημείωτη θέση του Khor Virap,ως μοναστηριού και τόπου προσκυνήματος, αποδίδεται στο γεγονός ότι ο Grigor Lusavorich, ο οποίος αργότερα έγινε ο Άγιος Γρηγόριος ο Φωτιστής, αρχικά φυλακίστηκε εδώ για 13 χρόνια από τον βασιλιά Tiridates III της Αρμενίας. Ο Άγιος Γρηγόριος μετατράπηκε αργότερα σε θρησκευτικό μέντορα του βασιλιά και καθοδήγησε την προσπάθεια για τον εκχριστιανισμό της χώρας. Το έτος 301, η Αρμενία ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που ανακηρύχθηκε χριστιανικό έθνος.
Αρχικά ένα παρεκκλήσι κτίστηκε το 642 μ.Χ. στο χώρο του Kirat Virap από τον Καθολικό Nerses III προς τιμή του Αγίου Γρηγορίου. Κατά τη διάρκεια των αιώνων επανοικοδομήθηκε επανειλημμένα. Το 1662 κτίστηκε το μεγαλύτερο εκκλησάκι, γνωστό ως "St. Astvatsatsin" (Αγία Μητέρα του Θεού), γύρω από τα ερείπια του παλιού παρεκκλησίου, της μονής, της τράπεζας και των κελιών των μοναχών.
Ακόμα και σήμερα εκεί γίνονται τακτικά λειτουργίες.
Είναι πιθανότατα ο πιο δημοφιλής τόπος προσκυνήματος στην Αρμενία,
που υμνεί την ιστορία, την πίστη και την εκπληκτική ομορφιά, ένα ιστορικό μοναστήρι που βρίσκεται στην καρδιά της πεδιάδας του Αραράτ. Το Κχορ Βιράπ βρίσκεται περίπου 100 μέτρα μακριά από τα κλειστά σύνορα Τουρκίας-Αρμενίας (σφραγισμένα με συρματοπλέγματα) και προστατεύεται από ρωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις που φρουρούν τη συνοριακή ζώνη. Η τοποθεσία του Κχορ Βιράπ είναι εντυπωσιακή. Προσφέρει εκπληκτική θέα στο εμβληματικό όρος Αραράτ και στα ελικοειδή ρυάκια τού ποταμού Άραξ. To Κχορ Βιράπ φημίζεται για τον κεντρικό του ρόλο στην πνευματική μεταμόρφωση της Αρμενίας. Εδώ φυλακίστηκε από τον βασιλιά Τιριδάτη Γ’ για 13 χρόνια ο Γρηγόριος ο Φωτιστής, βασικό πρόσωπο του εκχριστιανισμού της Αρμενίας. Η τοποθεσία προσφέρει εκπληκτική θέα στο θρυλικό όρος Αραράτ, ένα ιερό βουνό που κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στον αρμενικό πολιτισμό. Το όρος Αραράτ είναι σύμβολο της Αρμενίας, παρόλο που βρίσκεται όμως εντός τουρκικού εδάφους...
Σημαίνει «Νέο Μοναστήρι» στα Αρμενικά, αν και σήμερα αυτό το όνομα δεν του ταιριάζει, καθώς το μοναστήρι μετρά ήδη περισσότερους από επτά αιώνες ζωής.
Κάτω από το μοναστήρι υπάρχει νεκροταφείο. Όπου παρατηρεί ο επισκέπτης αρμενική σημαία πρόκειται για τάφο ατόμου που σκοτώθηκε στις μάχες του Ναγκόρνο Καραμπάχ...
Στάση στο οινοπαραγωγό χωριό Αρενί, όπου το 2007 ανακαλύφθηκε αρχαίο οινοποιείο ηλικίας 6.100 ετών και ευκαιρία να δοκιμάσουμε τα κρασιά του.
Κατόπιν επίσκεψη στο όμορφο μοναστήρι Noravank.
Κτίστηκε τον 13ο αιώνα στην προεξοχή ενός στενού φαραγγιού πάνω από τον ποταμό Amaghu, κοντά στην πόλη Yeghegnadzor. Η μονή περιβάλλεται από αιχμηρούς κόκκινους βράχους και το εντυπωσιακό τοπίο είναι ένας από τους σημαντικούς λόγους για να επισκεφτείτε το Noravank. Το μοναστήρι μερικές φορές ονομάζεται Amagu Noravank, για να ξεχωρίζει από το μοναστήρι Noravank στην πόλη Goris. Amagu είναι το όνομα ενός μικρού οικισμού που βρισκόταν παλιά πάνω από το φαράγγι. Την εποχή που οι πρίγκιπες Orbelyan κυβερνούσαν αυτήν την περιοχή, το μοναστήρι ήταν ένα μεγάλο θρησκευτικό κέντρο και κατά τον 13ο έως τον 14ο αιώνα έγινε κατοικία των επισκόπων της επαρχίας Syunik. Το Νόραβανκ έγινε σημαντικό θρησκευτικό και αργότερα πολιτιστικό κέντρο της Αρμενίας και συνδέθηκε στενά με πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα, κυρίως με το Πανεπιστήμιο του Γκλάντζορ και την βιβλιοθήκη του. Σύμφωνα με έναν μύθο, εκεί ήταν κρυμμένο ένα κομμάτι του Τιμίου Σταυρού, βαμμένο με το αίμα του Χριστού. Το 1216-1223 χτίστηκε ο πρώτος ναός στο μοναστήρι και ονομάστηκε Εκκλησία του Συρβ Καραπέτ (Άγιου Ιωάννη του Πρόδρομου). Ο ναός διακρίνεται από αυστηρή διακόσμηση. Στο εσωτερικό του υπάρχουν βαθιές κόγχες με χατσκάρ. Ο γλύπτης του Noravank έγινε διάσημος για τις απεικονίσεις των αγίων σε εντυπωσιακά ανθρώπινες πόζες, συμπεριλαμβανομένου του Ιησού, του Αδάμ, ακόμη και του Θεού. Μια μικρή γωνία δείχνει δείγματα τυπικών σχεδίων, ώστε οι μαθητές να μπορούν να τα μελετήσουν. Το 1275, η λιτή ορθογώνια εκκλησία Surb Grigor, η οποία έγινε ο τάφος του πρίγκιπα Smbat Orbelyan, προστέθηκε στη βόρεια πλευρά του κυρίως ναού. Οι τοίχοι του και από τις δύο πλευρές του βωμού είναι διακοσμημένοι με χατσκάρ και εικόνες περιστεριών. Το πιο θαυμάσιο κτίσμα του μοναστηριού είναι η διώροφη εκκλησία του Αγίου Αστβατατσίν, που κατασκευάστηκε το 1339 από τον πρίγκιπα Burtel Orbelyan. Το κτίριο είναι ένα κλασικό αρχιτεκτονικό μνημείο. Ο ορθογώνιος ναός στηρίζεται σε ένα ισχυρό ψηλό θεμέλιο, που του δίνει έναν μεγαλοπρεπή και μνημειακό αέρα. Η κύρια πρόσοψη του ναού είναι σταυροειδής και διακοσμείται με λαξευμένο σταυρό και μορφές Αγίων. Στο κέντρο της εκκλησίας, ένας όμορφος τρούλος είναι διακοσμημένος με τοξωτούς κίονες και πύργους με μαρκίζες. Ο ημιυπόγειος, πρώτος όροφος, της εκκλησίας χρησιμεύει ως τάφος της οικογένειας Orbelyan. Πάνω από τον τάφο, στον δεύτερο όροφο, υπάρχει το παρεκκλήσι σε σχήμα σταυρού. Υπάρχουν απότομες σκάλες που οδηγούν στον δεύτερο όροφο. Ο διάκοσμος της εκκλησίας είναι πιο λιτός στο κάτω μέρος του κτιρίου και πιο κομψός στο πάνω μέρος. Τα γλυπτά και οι εικόνες στο εξωτερικό και των δύο εκκλησιών είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Έγιναν τον 14ο αιώνα από τον Μόμικ, ο οποίος ήταν διάσημος για τις ανθρώπινες απεικονίσεις θρησκευτικών προσώπων. Δώστε ιδιαίτερη προσοχή στις επιγραφές και το αλφάβητο στο μοναστήρι Noravank. Το αρμενικό αλφάβητο σχεδιάστηκε έτσι ώστε μια ενιαία σβάστικα (ορατή σε ένα khachkar έξω από το Surb Karapet) ήταν ένα μονόγραμμα του αλφαβήτου: κάθε γράμμα μπορούσε να βρεθεί στο σχήμα του. Αυτή η ίδια ιδέα επαναλήφθηκε σε επιγραφές γύρω από το συγκρότημα, με λέξεις γραμμένες με όλα τα γράμματα τους να βρίσκονται σε ένα ενιαίο σχήμα. Αυτό εξοικονόμησε χώρο, ώστε να μπορούν να γραφτούν περισσότερα. Κατά τους ασταθείς καιρούς, όταν οι εισβολές και οι καταστροφές ήταν κοινές, η αρμενική ιστορία γράφτηκε στους τοίχους της εκκλησίας και οι λέξεις γράφονταν ως μονογράμματα, με όλα τα γράμματα στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο, για να εξοικονομηθεί χώρος. Τον 17ο και τον 18ο αιώνα το μοναστήρι περιβαλλόταν από φράχτη με παρακείμενες κατασκευές. Πίσω από τον φράχτη από την ανατολική πλευρά υπάρχουν τα ερείπια ενός παρεκκλησίου και ένα χατσκάρ που έχει απομείνει από ένα ξενοδοχείο που κτίστηκε εκεί στα μέσα του 13ου αιώνα. Το 2002 η Μονή Noravank συμπεριλήφθηκε στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Τελευταία στάση της ημέρας το Κarahunj, γνωστό και ως «Αρμενικό Στόουνχεντζ», που βρίσκεται περίπου 230 χλμ. από την πρωτεύουσα της Αρμενίας Γερεβάν, στην περιοχή Σιούνικ, κοντά στην κεντρική περιφερειακή πόλη Σίσιαν. Όχι πολύ μακριά από το Σίσιαν υπάρχει ένα ψηλό οροπέδιο, όπου για περίπου μισό χιλιόμετρο σε 7 εκτάρια γης είναι διάσπαρτες τεράστιες πέτρες, το βάρος των οποίων φτάνει τους 10 τόνους και το ύψος τους κυμαίνεται από 0,5 m έως 3 m.
Το Karahunj, το οποίο εκτιμάται από καθηγητές αστρονομικών επιστημών ότι είναι 7.500 ετών, προηγείται του Stonehenge για περισσότερα από 4.500 χιλιάδες χρόνια. Το Karahunj στα αρμενικά σημαίνει "πέτρες που μιλούν". Η ηλικία του αστεροσκοπείου εξετάστηκε διεξοδικά από διάφορους επιστήμονες με τη βοήθεια ακριβών μαθηματικών-αστρολογικών μεθόδων και υπολογισμών και όλοι συμφώνησαν σε ένα πράγμα: ότι είναι 7.500 ετών!! Αυτό το γεγονός είναι εκπληκτικό, καθώς οι παλαιότεροι πολιτισμοί, όπως η Αίγυπτος και τα Σούμερα, είναι 5.000 ετών. Το Karahunj αποδεικνύει ότι πολύ πριν από το σχηματισμό των πρώτων πολιτισμών, πριν από 7.500 χιλιάδες χρόνια υπήρχε ήδη ένας προηγμένος πολιτισμός που κατείχε εκπληκτικές γνώσεις για την αστρονομία. Αυτό το ιστορικό μνημείο αποτελείται από περίπου 222 πλάκες βασάλτη. Στο κέντρο της κατασκευής, υπάρχει ένας πέτρινος κύκλος ή πέτρα. Οι επιστήμονες ακόμα δεν μπορούν να αποκαλύψουν τα μυστικά αυτών των μυστηριωδών δομών. Οι σύγχρονοι αρχαιολόγοι τείνουν να πιστεύουν ότι το Karahunj είναι το πρώτο αστρονομικό παρατηρητήριο στον κόσμο και αποτελεί μέρος κάποιου αστρονομικού μοντέλου. Αυτό το εξαιρετικό μεγαλιθικό μνημείο είναι μοναδικό λόγω των μικρών οπών που έχουν ανοίξει στις πέτρες από διαφορετικές γωνίες. Υπάρχουν 84 τέτοιες πέτρες με τρύπες. Ίσως αυτές οι πέτρες με τρύπες να είναι ανάλογες ενός σύγχρονου τηλεσκοπίου. Αυτές οι τρύπες είναι φτιαγμένες έτσι ώστε να κατευθύνονται από διαφορετικές γωνίες σε ορισμένα σημεία του ορίζοντα και του νυχτερινού ουρανού. Ωστόσο το για ποια συγκεκριμένα ουράνια αντικείμενα επρόκειτο παραμένει ένα μυστήριο... Με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτές οι πέτρες συνέδεσαν τον άνθρωπο με το σύμπαν. Ο άνθρωπος άρχισε πρώτα να σκέφτεται τη θέση του στο σύμπαν. Με τη βοήθεια των λίθων, οι άνθρωποι μπορούσαν να παρατηρήσουν τον ήλιο, να προσδιορίσουν με μεγάλη ακρίβεια τις ημέρες της εαρινής και χειμερινής ισημερίας, το θερινό ηλιοστάσιο. Οι προϊστορικοί άνθρωποι παρατηρώντας την κίνηση του ήλιου μπορούσαν να προσδιορίσουν ότι μετά από 365 ημέρες, επιστρέφει στην ίδια θέση. Έτσι, οι πρόγονοι μας είχαν τη γνώση ότι ένα έτος αποτελείται από 365 ημέρες. Οι πρόγονοι μας γνώριζαν επίσης ότι η Γη περιστρέφεται γύρω από τον άξονα της και έχει μια κλίση του άξονα περιστροφής.
Αναμφίβολα, το Karahunj ήταν το παλαιότερο παρατηρητήριο και η μοναδική πέτρα περισκοπίου, που ανακαλύφθηκε από τον καθηγητή Bochkarev, επιβεβαιώνει αυτό το γεγονός. Οι επιστήμονες εικάζουν ότι ίσως από εδώ είχε εξαπλωθεί η πρώτη γνώση της αστρονομίας στον κόσμο. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η διάταξη των λίθων δεν ήταν τυχαία. Είναι σχεδόν ίδια με τη διάταξη των αστεριών στον αστερισμό του Κύκνου. Σε πολλούς παγκόσμιους πολιτισμούς, ο κύκνος θεωρήθηκε ως το σύμβολο εισόδου και εξόδου από τον ουράνιο κόσμο. Το προϊστορικό παρατηρητήριο του Karahunj κρύβει πολλά μυστήρια και μυστικά. Υπάρχει ακόμη και μια εκκεντρική υπόθεση για τον σκοπό του παρατηρητηρίου. Μερικοί μελετητές τείνουν να πιστεύουν ότι το Karahunj ήταν ένα αρχαίο διαστημικό λιμάνι. Είναι ενδιαφέρον ότι σε ορισμένες πέτρες υπάρχουν σκαλίσματα σε βράχο που απεικονίζουν όντα που μοιάζουν με εξωγήινους ή αιωρούμενους δίσκους στον αέρα. Ίσως αυτό εξηγεί την παρουσία ηλεκτρομαγνητικών πεδίων κοντά σε πέτρες!
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το Αρμενικό Karahunj είναι ο πρόγονος του βρετανικού Stonehenge, του Scottish Callanish Stones και άλλων παρόμοιων δομών. Πρώτον, το Karahunj είναι το παλαιότερο όλων εδώ και αρκετές χιλιάδες χρόνια. Δεύτερον, οι δομές έχουν σχεδόν τις ίδιες λειτουργικές ομοιότητες. Και τέλος, το τρίτο γεγονός, σύμφωνα με το οποίο στα αρχαία Αγγλοσαξονικά Χρονικά της Αγγλίας γράφεται ξεκάθαρα: «Οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού της Βρετανίας, που μετέπειτα ονομαστηκαν Βρετανοί, ήρθαν από την Αρμενία». Έτσι, το Karahunj και το Stonehenge υποτίθεται ότι είναι το προϊόν ενός και του αυτού λαού που κάποτε ζούσε στην επικράτεια της Αρμενίας και μετέφερε τις γνώσεις τους στους αιώνες που εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο. Το Karahunj αντιπροσωπεύει αναμφίβολα ένα μοναδικό προϊστορικό μνημείο που προσελκύει τουρίστες και μελετητές από όλο τον κόσμο.
Μετά από μια τόση μεγάλη και ενδιαφέρουσα ημέρα καταλήξαμε στην πόλη Γκορίς, που σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα κατοικήθηκε για πρώτη φορά την λίθινη εποχή και σήμερα αποτελεί την έδρα της Αρμενικής εκκλησίας.
Την επόμενη ημέρα ξεκινήσαμε από το Χντζορέσκ (αρμενικά: Խնձորեսկ, χəndzɔˈɾɛsk), χωριό και αγροτική κοινότητα (δήμος) στα νοτιοανατολικά της Αρμενίας, στην επαρχία του Σιουνίκ. Το χωριό βρίσκεται στα δεξιά του αυτοκινητόδρομου Γκορίς-Στεπανακέρτ, στις απότομες πλαγιές του Χορ Τζορ (Βαθύ Φαράγγι), από το οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομά του. Διασχίζοντας τη γέφυρα στην είσοδο του χωριού, ο δρόμος συνεχίζει προς τις πόλεις Λατσίν και Στεπανακέρτ. Στα τέλη του 19ου αιώνα, το παλιό Χντζορέσκ ήταν το μεγαλύτερο χωριό της Ανατολικής Αρμενίας. Στις αρχές του 20ού αιώνα η κοινότητα είχε 8.300 κατοίκους (1.800 νοικοκυριά). Το 1913 υπήρχαν 27 καταστήματα, 3 βαφεία, βυρσοδεψεία, 7 σχολεία.
Το χωριό φημίζεται για τη συμμετοχή του στο απελευθερωτικό κίνημα του Νταβίτ Μπεκ. Το φρούριο του Χντζορέσκ χρησίμευσε ως στρατιωτική βάση για τον Μχιτάρ Σπαραπέτ το 1728-1730. Το 1735 το χωριό επισκέφτηκε ο Καθολικός (επικεφαλής της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας) Αβραάμ ο Κρητικός, που παρείχε μια λεπτομερή περιγραφή της κοινότητας στα χρονικά του.
Κατά τη δεκαετία του '80, ένα επιπλέον χωριό δημιουργήθηκε 7 χιλιόμετρα από το Χντζορέσκ λόγω του μεγάλου πληθυσμού και της πολιτικής αναταραχής. Αυτό το χωριό, πολύ μικρότερο από το Χντζορέσκ, ονομάζεται Κάτω Χντζορέσκ ή Νερκίν Χντζορέσκ.
Στολίδι της μεσαιωνικής αρμενικής αρχιτεκτονικής, το Χντζορέσκ, κτίστηκε μεταξύ 9ου και 13ου αιώνα. Βρίσκεται στο απόκρημνο έδαφος της ιστορικής περιοχής Syunik, ακριβώς στις απότομες όχθες του ποταμού Vorotan. Παρά την απομακρυσμένη τοποθεσία του, οι λάτρεις των μοναδικών ιστορικών τοποθεσιών καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να δουν αυτό το αρχιτεκτονικό θαύμα.
Συνεχίσαμε με το μοναστήρι Tatev, στην ιστορική περιοχή Syunik, κοντά σε ένα χωριό που μοιράζεται το όνομά του, σκαρφαλωμένο στην ψηλή, δεξιά όχθη του ποταμού Vorotan. Αυτή η τοποθεσία δεν είναι μόνο ιστορικά σημαντική, αλλά και πολύ γραφική. Κοντά στο μοναστήρι βρίσκεται το "Wings of Tatev", το μεγαλύτερο αναστρέψιμο τελεφερίκ στον κόσμο, που εκτείνεται σε μήκος 6 χιλιομέτρων και το οποίο χρησιμοποιήσαμε για την μετακίνηση μας. Αυτό το θαύμα της μηχανικής είναι ένας σημαντικός πόλος έλξης για τους επισκέπτες, προσφέρει δε επιπλέον εκπληκτική θέα στην κοιλάδα του ποταμού Vorotan.
Στρατηγικά τοποθετημένο, το μοναστήρι του Tatev χρησίμευσε ως θρησκευτικός και πολιτικός κόμβος του πριγκιπάτου του Syunik. Ήταν επίσης το σπίτι του Μητροπολίτη Σιούνικ και έλεγχε εκτεταμένες εκτάσεις και εργαστήρια, με πολλά χωριά να του αποτίουν φόρο τιμής. Το μοναστήρι γνώρισε μια χρυσή εποχή τον 13ο και τον 14ο αιώνα, κατά τον οποίο στέγασε το Πανεπιστήμιο Tatev, ένα σημαντικό κέντρο φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης. Το όνομα Tatev προέρχεται από τον Άγιο Ευστάθιο (Eustathios-Statevos-Tatev), μαθητή του Αποστόλου Θαδδίου που μαρτύρησε στην περιοχή. Το όνομα στα αρχαία αρμενικά σημαίνει «δώστε φτερά», που ταιριάζει σε ένα μοναστήρι σκαρφαλωμένο τόσο ψηλά που φαίνεται να φτάνει στον ουρανό.
Ιδρύθηκε τον 9ο αιώνα. Αρχικά, ευδοκίμησε, επωφελούμενο από σημαντικές δωρεές γης από διάφορους πατρόνες του. Το μοναστήρι Tatev αντιμετώπισε πολλές προκλήσεις σε όλη την διάρκεια της ιστορίας του. Το 1138, ένας μεγάλος σεισμός προκάλεσε σημαντικές ζημιές, κατέστρεψε τον τρούλο του ναού των Αγίων Πέτρου και Παύλου (Άγιος Πόγος-Πέτρος) και προκάλεσε σοβαρές ζημιές στον Ναό του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή. Χειρότερη καταστροφή ακολούθησε το 1170, όταν το βασίλειο του Σιούνικ καταστράφηκε από μια βάναυση επιδρομή των Σελτζούκων Τούρκων. Αυτή η επιδρομή οδήγησε όχι μόνο στη λεηλασία των θησαυρών της μονής αλλά και στη σφαγή πολλών από τους μοναχούς της. Οι εισβολείς κατέστρεψαν επίσης πάνω από 10.000 χειρόγραφα που στεγάζονταν στη βιβλιοθήκη Tatev, μια απώλεια τεράστιας πολιτιστικής και ιστορικής σημασίας.
Αυτή η περίοδος παρακμής διήρκεσε σχεδόν έναν αιώνα έως ότου οι πρίγκιπες Smbat και Tarsaich Orbelyan πρωτοστάτησαν στις προσπάθειες αναστήλωσης του μοναστηριού το 1261. Αυτή η αποκατάσταση σηματοδότησε την αρχή μιας αναγέννησης για το Tatev, το οποίο τον 13ο και τον 14ο αιώνα αναδείχθηκε ξανά. Έγινε μια πολιτική και πνευματική δύναμη στην περιοχή, φιλοξενώντας το Πανεπιστήμιο Tatev, το οποίο ήταν φάρος της μεσαιωνικής φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης. Το πανεπιστήμιο και το μοναστήρι προσέλκυσαν μελετητές από όλη την Αρμενία, μετατρέποντας το Tatev σε ένα σημαντικό κέντρο μάθησης και πολιτισμού. Σήμερα, το μοναστήρι Tatev στέκει περήφανα, με πλήρως αποκατεστημένο το αρχαίο μεγαλείο του. Το συγκρότημα κυριαρχείται από τον Ναό των Αγίων Πέτρου και Παύλου, το μεγαλύτερο και κεντρικό κτίσμα, που αναπτύσσεται εντυπωσιακά από την πέτρινη βάση του. Η αρχιτεκτονική του συνδυάζει αρχαϊκά στοιχεία με πιο σύγχρονα στοιχεία, ιδιαίτερα ορατά στον ψηλό θολωτό τρούλο του καθεδρικού ναού, που κοσμείται με εξωτερικά ανάγλυφα που αποτυπώνουν ανθρώπινα πρόσωπα και φιγούρες με μορφή φιδιών.
Δίπλα σε αυτό το κτίσμα βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή, που κατασκευάστηκε το 848 από τον πρίγκιπα Πήλιπο του Σουνίκι, ο οποίος δώρισε και το γύρω χωριό στο μοναστήρι. Αυτή η εκκλησία συνδέεται με τη νότια πλευρά του κύριου καθεδρικού ναού. Το μνημείο "Gavazan", ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό και μηχανολογικό αριστούργημα, στέκεται στην αυλή κοντά στους χώρους διαμονής. Αυτός ο οκτάπλευρος πυλώνας, που έχει περίπου 8 μέτρα ύψος και είναι κτισμένος από μικρές πέτρες, ολοκληρώνεται από ένα όμορφα διακοσμημένο γείσο που καλύπτεται από ένα χατσκάρ. Σχεδιασμένο το μνημείο για να ταλαντεύεται ελαφρά με τον άνεμο, φανερώνει τις εξελιγμένες μηχανολογικές δεξιότητες της μεσαιωνικής Αρμενίας.
Μια άλλη αξιοσημείωτη κατασκευή είναι η εκκλησία του Αγίου Αστβατάτσιν, που κτίστηκε πάνω από έναν αρχαίο μοναστικό τάφο το 1087. Αυτή η εκκλησία, μια μικρή αίθουσα με τρούλο με κόγχες, ακολουθεί την παραδοσιακή αρμενική πρακτική της οικοδόμησης θρησκευτικών κατασκευών πάνω από ταφικά μέρη, αντανακλώντας ένα πρώιμο μεσαιωνικό έθιμο.
Το μοναστηριακό συγκρότημα του Τατέβ περιλαμβάνει επίσης το ηγουμενείο, ένα καμπαναριό και μια θολωτή τραπεζαρία με κουζίνα, μαζί με αποθήκες και χώρους καθιστικού και υποδοχής, που κατασκευάστηκαν τον 17ο και τον 18ο αιώνα. Οι προσθήκες αυτές συμβάλλουν στον λειτουργικό και ιστορικό ιστό της μονής.
Οι επισκέπτες του Τατέβ μεταφέρονται σήμερα σε μια ατμόσφαιρα ιερού μυστηρίου και αρχιτεκτονικής αίγλης. Η τοποθεσία του μοναστηριού κτισμένου σε έναν βράχο προσφέρει εκπληκτική θέα στα γύρω βουνά και στο βαθύ φαράγγι του ποταμού Vorotan από κάτω. Ο συνδυασμός της φυσικής ομορφιάς, της αρχιτεκτονικής καινοτομίας και της πλούσιας ιστορίας κάνει το Tatev έναν σημαντικό προορισμό τόσο για προσκυνητές, όσο και για τουρίστες.
Ακολούθησε επίσκεψη στο Καραβανσεράι του Σελίμ. Στα παλιά χρόνια πολλοί δρόμοι διέσχιζαν την Αρμενία, συνδέοντας διάφορα μέρη της χώρας με τις γειτονικές χώρες, έχοντας μ' αυτόν τον τρόπο οικονομική και στρατιωτική σημασία. Για την εξυπηρέτηση των δρόμων κτίστηκαν καραβανσεράι, μοναδικά αρχιτεκτονικά μνημεία της Μεσαιωνικής Αρμενίας.
Ένα από αυτά, είναι το καραβανσεράι του Σελίμ, που βρίσκεται στο ορεινό πέρασμα Σελίμ (Σουλέμα), 2.410 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στον παλιό δρόμο που συνέδεε το ιστορικό Gegharkunik με το Vayots Dzor. Σύμφωνα με τις δύο επιγραφές που υπάρχουν στο κτίριο (η μία είναι στα αραβικά), το καραβανσεράι κτίστηκε το 1332 από τον πρίγκιπα Orbelyan Chesar.
Κτισμένο από βασαλτική πέτρα, εκτείνεται από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Ανήκει σε έναν τύπο καραβανσεράι της Αρμενίας με μία αίθουσα και τρία κλίτη. Στο ανατολικό τμήμα της αρκετά μεγάλης αίθουσας (13,0 x 26,0 μ.) προστέθηκε παρεκκλήσι που σήμερα ειναι σχεδόν κατεστραμμένο.
Η αίθουσα χωρίζεται σε τρία κλίτη με επτά ζεύγη πεσσών. Από τη δυτική πλευρά, στο τέλος των στενών κλιτών κτίστηκαν μικρά δωμάτια για τους άνδρες που συνόδευαν το καραβάνι. Τα ζώα του καραβανιού διέμεναν στους στενούς διαδρόμους της αίθουσας, όπου κτίστηκαν γι' αυτά πέτρινες γούρνες. Ανάμεσα στους στύλους και σε μια από τις γωνίες της αίθουσας υπήρχε μια υδάτινη δεξαμενή.
Η μόνη είσοδος (1,65 x 2,0 μ.) στην αίθουσα είναι από τον παρακείμενο προθάλαμο, ένα ορθογώνιο δωμάτιο (5,35 x 9,0 μ.) καλυμμένο με στέγη που ακουμπά σε τρία τόξα. Η λιτή αρχιτεκτονική του καραβανσεράι εξυπηρετεί ορθά τον προορισμό του και η εσωτερική κατασκευή υπαγορεύτηκε από τον πρακτικό σκοπό του κτιρίου.
Ο μόνος χώρος καλυμμένος με αρχιτεκτονικές διακοσμήσεις είναι ο νότιος τοίχος του προθαλάμου μαζί με την είσοδο του.
Το Καραβανσεράι του Σελίμ αναστηλώθηκε μεταξύ των ετών 1956-1959.
Το κρύο ήταν τσουχτερό και ο αέρας δυνατός όταν στην συνέχεια επισκεφθήκαμε το νεκροταφείο Noratus, που βρίσκεται στην επαρχία Gexarkunik, κοντά στο χωριό Noratus. Η τοποθεσία είχε εποικισθεί από την Εποχή του Χαλκού, όπως μαρτυρούν το μεγαλιθικό οχυρό κοντά στο χωριό και άλλα τεχνουργήματα που πιθανολογείται να έχουν κατασκευαστεί κατά την Εποχή του Χαλκού και του Σιδήρου. Το σημερινό χωριό ιδρύθηκε το 1829. Το Νoratus αναφέρεται στις ιστορικές πηγές ως «οχυρωμένο χωριό». Τον 13ο και τον 14ο αιώνα, η περιοχή ανήκε στην οικογένεια των Ζακαρίων. Τον 16ο αιώνα, ένας από τους τέσσερις πρίγκιπες του Gexarkunik, ο Barik Melik από την οικογένεια Azarian, μετέφερε την πρωτεύουσά του από το Gandzak στο Noratus. Υπάρχουν δύο ναοί στην περιοχή, από τους οποίους ο πρώτος, αφιερωμένος στην Μητέρα του Θεού, βρίσκεται στο κέντρο του χωριού και ιδρύθηκε τον ένατο αιώνα από τον πρίγκιπα Σαχάκ. Ένας μεγάλος αριθμός χατσκάρ και ταφόπλακες παραμένουν στην αυλή του ναού αυτού, μεταξύ των οποίων είναι το παλαιότερο γνωστό χάτσκαρ, χρονολογημένο από το 996, που τώρα εκτίθεται στο Ιστορικό Μουσείο στο Γερεβάν. Ο δεύτερος ναός βρίσκεται στα νοτιοανατολικά όρια του νεκροταφείου και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Γρηγόριο. Πιθανολογείται ότι κατασκευάστηκε τον 13ο αιώνα, αν και οι επιγραφές και το αρχιτεκτονικό σχήμα του κτιρίου υποδηλώνουν ότι μπορεί να χρονολογείται από τον 10ο αιώνα. Στον δυτικό τοίχο υπάρχει επιγραφή του πρίγκιπα Ηρακλή Χαβνούνι. Σύμφωνα με τον καθολικό Συμεών Ερεβάντσι, τον 17ο αιώνα ο ναός ήταν γυναικεία μονή με το όνομα Doputs-vank ή Dopunts-vank.
Το νεκροταφείο του Νοράτους είναι το μεγαλύτερο στην επικράτεια της Αρμενίας. Μετά την καταστροφή του νεκροταφείου της Julfa στην επαρχία Nakhichevan (που τώρα ανήκει στην επικράτεια του Αζερμπαϊτζάν) από τους Αζέρους εθνικιστές μεταξύ 1998 και 2006, το Noratus κατέστη το μεγαλύτερο αρμενικό νεκροταφείο στον κόσμο και απλώνεται σε έναν αγρό έκτασης επτά εκταρίων.
Το Noratus είναι ένας από τους λίγους ιστορικούς οικισμούς στην Αρμενία που κατοικείται συνεχώς μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου, το νεκροταφείο χρησιμοποιήθηκε ήδη από την παλαιοχριστιανική περίοδο (όπως μαρτυρούν τα λείψανα και οι επιτύμβιες στήλες που χρονολογούνται από τον 6ο ή τον 7ο αιώνα) μέχρι τις μέρες μας (όπως καταδεικνύουν οι επιτύμβιες στήλες με νεότερη χρονολογία).
Το νεκροταφείο προσφέρει πολύτιμα στοιχεία τόσο για τα χατσκάρ, όσο και για τις επιτύμβιες στήλες. Εκτός από τις επιγραφές στους τάφους που περιέχουν τα ονόματα και μερικές φορές τους τίτλους του νεκρού, πολλές επιτύμβιες στήλες στο νεκροταφείο απεικονίζουν σκαλισμένες σκηνές συμποσίου και κυνηγιού. Αυτά θα μπορούσαν να υποδεικνύουν τη βασιλική ή ευγενή καταγωγή του ιδιοκτήτη ή των ιδιοκτητών.
Το νεκροταφείο του Noratus είναι μια μοναδική, εξαιρετική συλλογή χατσκάρ, που περιέχει περισσότερα από 900 κομμάτια από τον 9ο ή τον 10ο έως τον 18ο αιώνα. Η πλειοψηφία των χατσκάρ φιλοτεχνήθηκε μεταξύ του 13ου και του 17ου αιώνα. Αυτός ο τύπος νεκροταφείου ονομάζεται επίσης "δάσος Khatchkar". Τα περισσότερα από τα χατσκάρ βρίσκονται κατά ομάδες, υποδεικνύοντας έτσι τον τόπο ταφής διαφορετικών οικογενειών. Υπάρχουν επίσης μικροσκοπικοί τάφοι ή ορθογώνια μαυσωλεία που φέρουν σταυρολίθους - όπως συμβαίνει επίσης στο Haghbat, το Goshavank και το Makaravank. Μερικά από τα χατσκάρ στέκονται σε βάθρα, με κάποια να φτάνουν σε ύψος το 1,5 μέτρο.
Πολλά χατσκάρ σκαλίστηκαν κατά την αναβίωση της παράδοσης των χατσκάρ τον 16ο και τον 17ο αιώνα, μαρτυρώντας τις ανατολίτικες επιρροές που ήταν ευρέως διαδεδομένες στην αρμενική τέχνη κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας της Δυναστείας των Σαφαβιδών στην Περσία.
Τα Khatchkars θεωρούνται ως τα πιο χαρακτηριστικά αρμενικά έργα τέχνης, που εμφανίζονται σε όλη τη χώρα.
Η ιστορία αυτών των γλυπτών ανάγεται στους παλαιοχριστιανικούς χρόνους και αναμφισβήτητα σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο μνημείο: αυτό του σταυρού στον βράχο του Γολγοθά. Αυτός ο σταυρός σημάδεψε όχι μόνο τον τόπο της Σταύρωσης, αλλά ιδιαίτερα το Όραμα του Σταυρού στον ουρανό της Ιερουσαλήμ το 351. Το όραμα ερμηνεύτηκε ως το Σημείο της Δευτέρας Παρουσίας που θα ανήγγειλε τη γενική ανάσταση της ανθρωπότητας, την Τελευταία Κρίση και την αιώνια ζωή. Ήταν εικόνες του σταυρού, που μνημονεύουν τόσο το λείψανο του αγίου ξύλου όσο και το σημείο. Γι' αυτό ο πρώτος και κύριος σκοπός των σταυρολίθων ήταν ο ταφικός. Τα πρώιμα katchkars, που χρονολογούνται από τον 9ο έως τον 11ο αιώνα, περιλαμβάνουν έναν σταυρό που στέκεται στο λόφο του Γολγοθά και πλαισιώνεται από μια αψίδα. Φιγούρες από φύλλα, τσαμπιά σταφυλιών, ρόδια και βερίκοκα είναι επίσης χαρακτηριστικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στη σύνθεση.
Στη συνέχεια, από τον 12ο και τον 13ο αιώνα και μετά, το χατσκάρ ανέπτυξε μια λίγο πολύ καθορισμένη εικονογραφία και διάταξη. Άλλαξε και η σύνθεση των χατσκάρ, με το στολίδι να καλύπτει όλη την επιφάνεια της πέτρας, ενώ η ίδια η εικόνα του σταυρού μεταμορφώνεται σε ένα διακοσμητικό δέντρο της ζωής. Προστέθηκαν διάφορα μοτίβα όπως ροζέτες, πλεκτά στοιχεία και λεπτομέρειες φυτών.
Τελευταία στάση η λίμνη Σεβάν, με έκταση 525 τετραγωνικά μίλια (1.360 τετραγωνικά χιλιόμετρα). Βρίσκεται στα 6.250 πόδια (1.905 m) πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας σε μια λεκάνη που περικλείεται από βουνά, αποστραγγίζεται από τον ποταμό Hrazdan στον ποταμό Aras και στην Κασπία Θάλασσα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του νερού της χάνεται από την εξάτμιση και όχι από την απορροή. Η λίμνη περιλαμβάνει δύο συνδεδεμένα μέρη, το μικρότερο, αλλά βαθύτερο, Maly Sevan (στα βορειοδυτικά), με μέγιστο βάθος 282 πόδια και το Bolshoy Sevan (στα νοτιοανατολικά), που φτάνει τα 131 πόδια σε βάθος. Η κατασκευή έξι υδροηλεκτρικών σταθμών στο Hrazdan οδήγησε σε πτώση της στάθμης του νερού της λίμνης. Για να σταθεροποιηθεί το επίπεδο του, κατασκευάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 μια σήραγγα μήκους 49 χιλιομέτρων για την εκτροπή του νερού από τον ποταμό Άρπα. Η λίμνη Σεβάν είναι πλούσια σε ψάρια, ιδιαίτερα σε πέστροφες και το ψάρεμα είναι σημαντική δραστηριότητα για την περιοχή. Πολλές αρχαίες αρμενικές εκκλησίες βρίσκονται κατά μήκος των ακτών.
Καταλήξαμε για διανυκτέρευση στην μικρή αρμενική πόλη Dilijan που περιβάλλεται από θαμνώδη δάση και μαγευτικά βουνά με χιονισμένες κορυφές, καλυμμένες με ένα μυστηριώδες πέπλο ομίχλης. Μια πόλη που σε εκπλήσσει ευχάριστα με τα στενά μεσαιωνικά δρομάκια της, την πλούσια ιστορία της που χρονολογείται από την Εποχή του Χαλκού, τις παραδοσιακές χειροτεχνίες, την τέχνη, τη νόστιμη κουζίνα για κάθε γούστο, τα πολύχρωμα και μοδάτα καταστήματα και φυσικά, τη γνωστή αρμενική φιλοξενία.
Την επόμενη και τελευταία ημέρα μας στην Αρμενία, επισκεφθήκαμε την μονή Χαγκαρτσίν, το
ιστορικό στολίδι το οποίο βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Debed, που περιβάλλεται από ειδυλλιακά δάση και βουνά. Κτίστηκε μεταξύ των 10ου και 13ου αιώνων, αποτελώντας ένα από τα σημαντικότερα πνευματικά κέντρα της μεσαιωνικής Αρμενίας.
Το μοναστηριακό συγκρότημα περιλαμβάνει την εκκλησία της Παναγίας, τη Γρηγοριανή Εκκλησία, καθώς και πολλά παρεκκλήσια και μια τραπεζαρία.
Η ανέγερση του ναού της Παναγίας ξεκίνησε τον 10ο αιώνα. Η Γρηγοριανή εκκλησία, αφιερωμένη στον Άγιο Γρηγόριο, ολοκληρώθηκε το 1244 και είναι γνωστή για την ωραία λιθοδομή της.
Ο θρύλος της ίδρυσης του μοναστηριού λέει ότι κτίστηκε αφού ένας ντόπιος κυνηγός είδε ένα όνειρο στο οποίο η Μητέρα του Θεού τον καθοδήγησε να βρει ένα ελάφι κρυμμένο σε μια κοιλότητα δέντρου. Ο κυνηγός βρήκε ένα ελάφι και μια πηγή να ρέει από μια κοιλότητα δέντρου, η οποία βρίσκεται μέχρι σήμερα στο μοναστήρι. Έτσι η τοποθεσία αυτή έγινε το μέρος όπου ιδρύθηκε ένα μοναστήρι.
Ήταν ένα ακμάζον κέντρο πολιτισμού και εκπαίδευσης υπό την αιγίδα της δυναστείας των Μπαγκρατούν. Το μοναστηριακό συγκρότημα περιλαμβάνει επίσης ένα μικρό παρεκκλήσι αφιερωμένο στον Άγιο Στέφανο. Κτίστηκε τον 13ο αιώνα και είναι γνωστό για τη μοναδική αρχιτεκτονική του. Η τραπεζαρία του μοναστηριού, η μεγαλύτερη στο είδος της σε όλη την Αρμενία, κτίστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με τοιχογραφίες που απεικονίζουν διάφορες βιβλικές σκηνές και την τοπική ζωή.
Το Αβαείο του Χαγκαρτσίν υπήρξε μάρτυρας πολλών ιστορικών γεγονότων. Τον 13ο αιώνα, όταν η Μογγολική Αυτοκρατορία επέκτεινε την εξουσία της στην Αρμενία, το μοναστήρι έγινε σημαντικός διπλωματικός και πολιτιστικός κόμβος. Τον 18ο αιώνα, όταν η Αρμενία διαμοιράστηκε μεταξύ της Περσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το μοναστήρι παραμελήθηκε, αλλά αργότερα αναστηλώθηκε χάρη στην υποστήριξη του ντόπιου πληθυσμού και της εκκλησίας. Στις αρχές του 20ου αιώνα πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες αναστηλωτικές εργασίες στο μοναστήρι, κατά τις οποίες αναστηλώθηκαν πολλά μοναστηριακά κτίρια και εκκλησίες.
Σήμερα, το Αβαείο Haghartsin είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός και τόπος προσκυνήματος όπου οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν την ιστορική αρχιτεκτονική του και το όμορφο φυσικό περιβάλλον. Η μονή είναι υποψήφια για ένταξη στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, γεγονός που τονίζει την παγκόσμια σημασία της και την ανάγκη διατήρησης αυτής της μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς για τις μελλοντικές γενιές.
Στον άνω ρου του ποταμού Κεντίκ βρίσκεται το μοναστηριακό συγκρότημα
Νορ Κεντίκ (Γκοσαβάνκ), που ίδρυσε o Μεχιτάρ Γκος.
Στο συγκρότημα, που χρονολογείται από τον 12ο αιώνα, συμπεριλαμβάνονται ο Ιερός Ναός της Παναγίας, ο ναός του Αγ. Γρηγορίου του Φωτιστή, ο προθάλαμος (νάρθηκας), η βιβλιοθήκη με το καμπαναριό, το σχολικό κτήριο, η πινακοθήκη και το παρεκκλήσι.
Το ανάγλυφο της περιοχής καθώς και ο φυσικός περίγυρος καθόρισαν τις αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες αυτού του συγκροτήματος. Το μοναστήρι δεν είχε τείχη και τα κτίσματα του περιβάλλονται από το βαθύ πράσινο του τοπίου. Οι κύριες εκκλησίες του μοναστηριακού συγκροτήματος ανήκουν στον τύπο του σταυροειδούς τρούλου, που ήταν ευρέως διαδεδομένος τον 10ο έως τον 13ο αιώνα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκκλησία του Αγιου Γρηγορίου του Φωτιστή - ένα μικρό αψιδωτό κτίσμα - που επαναλαμβάνει τον τύπο των αρμενικών ναών της παλαιάς χριστιανικής εποχής του 5ου αιώνα με μονόκλιτη βασιλική. Στο εσωτερικό της διακρίνεται, με όμορφη διακόσμηση, η αψίδα της Αγίας Τράπεζας που είναι στολισμένη με μια κομψή γιρλάντα με εναλλασσόμενο σχέδιο τριφυλλιού και σφαίρας. Η εξωτερική διακόσμηση της εκκλησίας είναι επίσης πλούσια.
Πολυάριθμα θρησκευτικά και άλλης χρήσης κτίρια μαρτυρούν τον ενεργό ρόλο του μοναστηριού κατά τον 12ο και τον 13ο αιώνα. Το Νορ Κεντίκ (Νέο Κεντίκ) ανεγέρθηκε στη θέση του παλαιού μοναστηριού του Κεντίκ που καταστράφηκε από τον σεισμό το 1188.
Οι κύριες εκκλησίες ανήκουν στους ευρέως διαδεδομένους κατά τον 10ο έως τον 13ο αιώνα τύπους: κεντρική αίθουσα με σταυρωτό τρούλο και τέσσερις πτέρυγες-προσαρτήματα στις γωνίες της κεντρικής διασταύρωσης. Εξαίρεση αποτελούν οι δύο εκκλησίες του Νορ Κεντίκ, του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή, μια μικρή αίθουσα με αψιδωτό τρούλο και το παρεκκλήσι της Αγίας Χριψιμέ του 1254, ιδιόμορφο τετράγωνο κτίριο με τρούλο, νοτιοδυτικά του κεντρικού συγκροτήματος.
Η ανέγερση της εκκλησίας του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή στο Νορ Κεντίκ άρχισε το 1237 και ολοκληρώθηκε επί των ημερών του πρίγκιπα Κρικόρ-Ντγά το 1241, επαναλαμβάνοντας τον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής της Αρμενίας του 5ου αιώνα.
Ο νάρθηκας του Νορ Κεντίκ με την οκτάεδρη στέγη πάνω από τις κεντρικές ενότητες (παραρτήματα), θυμίζει τη λαϊκή αρμενική οικία τύπου «κλχαντούν».
Ιδιόμορφη είναι η δομή της βιβλιοθήκης με το καμπαναριό στο Νορ Κεντίκ. Αρχικά, μέχρι το 1241, χτίστηκε ένα μικρό κτίσμα με κόγχες για τη φύλαξη βιβλίων και το ξύλινο, τύπου «κλχαντούν», σκέπασμα (επικάλυψη). Από τα δυτικά συνορεύει με μια μεγάλη αίθουσα, που χρησίμευε ως αίθουσα-αναγνωστήριο και τραπεζαρία. Σύντομα πάνω στη βιβλιοθήκη άρχισαν να οικοδομούν ένα διώροφο καμπαναριό, το οποίο ολοκληρώθηκε σε δύο στάδια. Ο δεύτερος όροφος επεκτάθηκε μόνο μέχρι το ύψος των δύο σειρών της πέτρινης επικάλυψης, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την ύπαρξη ατελών ημικιόνων στις προσόψεις. Στο δεύτερο στάδιο, που ολοκληρώθηκε το 1291 από τους κτήτορες του ναού Ντασαπέτ και Καραμπέτ, κτίστηκε ο άνω όροφος - μια μικρή εκκλησία με δυο αψίδες της Αγίας Τράπεζας, στεφανωμένες με ροτόντα-καμπαναριό με πολλές στήλες. Η είσοδος στην εκκλησία είχε προβλεφθεί από την οροφή του αναγνωστηρίου με μια πέτρινη κονσόλα-σκάλα.
Το καμπαναριό ήταν υψηλότερο από την εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου, κάτι που της παρέδιδε κυρίαρχη σημασία στο συγκρότημα του Νορ Κεντίκ.
Ανάμεσα στις σταυρόπετρες του Νορ Κεντίκ υπάρχουν μοναδικά καλλιτεχνικά δείγματα. Ιδιαίτερα ξεχωρίζουν οι σταυρόπετρες έργα του ζωγράφου και χαράκτη Μπογός. Η σταυρόπετρα του 1291 με ένα χαραγμένο αστέρι και το όνομα του καλλιτέχνη, αποτελεί έργο υψηλής καλλιτεχνικής αξίας.
Στη συνέχεια πήραμε τον δρόμο για την γειτονική Γεωργία και περάσαμε το πρώτο βράδυ μας στην Τυφλίδα, αφήνοντας πίσω μας αυτή την μοναδική για τον πολιτισμό και την τραγική ιστορία της χώρα, την Αρμενία.
Η Αρμενία διακρίνεται για τις νόστιμες γεύσεις της.
Μερικά από τα πιο γνωστά τοπικά πιάτα είναι:
Dolma, γεμιστά αμπελόφυλλα με κιμά, το εθνικό φαγητό της Αρμενίας
Khorovats, αρμένικο μπάρμπεκιου
Shaurma, αντίστοιχο με τον ελληνικό γύρο, με κρέας χοιρινό ή κοτόπουλο και λεπτό πιτάκι και συχνά με καυτερή σως
Basturma, αποξηραμένο από τον αέρα βόειο κρέας
Khash, σούπα
Ishkham, πέστροφες από την λίμνη Σεβάν, σερβίρονται στον ατμό
Soujouk, πικάντικο λουκάνικο
Lavash, παραδοσιακό ψωμί
Zhengyalov Hats, μαλακή λεπτή ζύμη και μείγμα επτά χορταρικών
Harissa, χυλός από πληγούρι και κρέας κοτόπουλου ή αρνιού
Kufta, κρέας που ετοιμάζεται ύστερα από αρκετό κτύπημα με το χέρι και βράζει σε ζωμό, στον οποίο προσθέτουν αυγά, αλεύρι, αλάτι, νερό ή γάλα, κονιάκ, κρεμμύδι και τα μπαχαρικά.
Byoreks, μπουρεκάκια από ζύμη ή φύλλο ζύμης, διπλωμένη σε τρίγωνα και γεμισμένη με τυρί (φέτα ή cottage), σπανάκι ή κιμά, και συνήθως με καρυκεύματα.
Προτάσεις για διαμονή:
Ramada Hotel & Suites by Wyndham, Yerevan
Hotel Mina, Goris
Best Western Paradise Hotel, Dilijan
(Η συνέχεια στην Γεωργία...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου