ΤΥΝΗΣΙΑ

 


Με ένα Airbus 320 της Aegean ένα ήρεμο και απόλυτα καλοκαιρινό βράδυ  του περασμένου Αυγούστου ξεκινήσαμε το ταξίδι μας για την Βόρεια Αφρική και συγκεκριμένα την Τυνησία.

 Χαράματα προσγειωθήκαμε στην Τύνιδα και κατευθυνθήκαμε στο κεντρικό ξενοδοχείο μας που βρισκόταν την πολύβουη λεωφόρο Habib Bourguiba, με τα πολλά εμπορικά καταστήματα και τα όμορφα αποικιακά κτίρια. 

Μετά από λίγη ξεκούραση δια μέσω της λεωφόρου κάναμε μια βόλτα στην Νέα Πόλη και καταλήξαμε  στην αρχή της παλιάς πόλης. Είδαμε το Δημοτικό Θέατρο, τον Καθεδρικό Ναό, τον Ελληνορθόδοξο (!) Ναό του Αγίου Γεωργίου, τον εντυπωσιακό Πύργο του Ρολογιού. 

Με πληθυσμό περίπου δύο εκατομμυρίων κατοίκων, η Τύνιδα είναι ένας ενδιαφέρων συνδυασμός νέων και παλαιών (κυρίως αποικιακών γαλλικών) κτιρίων. Το κέντρο της πόλης βρίσκεται περίπου 10 χλμ. από τη θάλασσα, στις όχθες της λίμνης Τύνιδας. Η Τύνιδα ξεκίνησε την ιστορία της εξέλιξης της ως ένα ταπεινό χωριό, σε σύγκριση με μεγαλειώδεις πόλεις, όπως η Καρχηδόνα, το Kairouan και η Mahdia. Τελικά έγινε η πρωτεύουσα του Χαλιφάτου Αλμοχάντ το 1159 και κατακτήθηκε στη συνέχεια από διάφορες μουσουλμανικές και χριστιανικές αυτοκρατορίες. Είναι η πρωτεύουσα της Τυνησίας από την ανεξαρτησία της το 1956 και σήμερα είναι η εμπορική και πολιτιστική καρδιά της Τυνησίας, καθώς και ο σημαντικότερος συγκοινωνιακός κόμβος.

Η Τύνιδα χωρίζεται στην παλαιά πόλη, που έχει καταχωρηθεί στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς, ως Medina και στη Νέα Πόλη  (Ville Nouvelle).

 Η λεωφόρος Habib Bourguiba είναι η μεγάλη οδός που διασχίζει τη Νέα Πόλη από τον Πύργο του Ρολογιού μέχρι τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Βικεντίου του Παύλου. Στη συνέχεια συνεχίζει ως Avenue de France κατά μερικά τετράγωνα μέχρι να καταλήξει στην Place de la Victoire και στο Port de France, μια μεγάλη ανεξάρτητη πύλη που είναι η είσοδος στη μεδίνα. 







 Στη συνέχεια με λεωφορείο πήγαμε στην κοντινή ιστορική Καρχηδόνα, μεγάλη πόλη της αρχαιότητας στη βόρεια ακτή της Αφρικής, που τώρα ειναι ένα  προάστιο της πόλης της Τύνιδας. Κτισμένη σε ένα ακρωτήρι στις ακτές της Τυνησίας, ιδρύθηκε εκεί για να επιβλέπει και να ελέγχει τα πλοία που ταξίδευαν από την Σικελία και μέχρι τις ακτές της Βόρειας Αφρικής διασχίζοντας την Μεσόγειο Θάλασσα. Έχοντας μετατραπεί σύντομα σε ένα ακμάζον λιμάνι και εμπορικό κέντρο, εξελίχθηκε τελικά σε μεγάλη μεσογειακή δύναμη και αντίπαλο της Ρώμης. Ο αρχαιολογικός χώρος της Καρχηδόνας προστέθηκε στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1979. Το αρχαίο θέατρο και οι θέρμες του Αντονίνου μας εντυπωσίασαν. 






Το απόγευμα επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας, με την εκπληκτική θέα του κέντρου της Τυνησιακής πρωτεύουσας.

Την άλλη μέρα επισκεφθήκαμε την Καϊρουάν, όπου είδαμε τις δεξαμενές των Αγλαβιτών, το Τέμενος του συντρόφου του προφήτη (κουρέα), επίσης το πρώτο ιερό Τέμενος που κτίστηκε στην Βόρεια Αφρική και τέλος την πολυσύχναστη αγορά της.  

Η Καϊρουάν είναι ένα από τα μεγαλύτερα θρησκευτικά κέντρα του Ισλαμισμού, τρίτη ιερή πόλη μετά τη Μέκκα και τη Μεδίνα. Στην πόλη αυτή βρίσκεται το ιστορικό και μεγαλοπρεπές «τζαμί του Ούκμπα». 

Έχει  χαρακτηριστεί από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Το όνομά της προέρχεται από την αντίστοιχη περσική λέξη που σημαίνει καραβάνι. Ιδρύθηκε περί το 670, αρχικά ως στρατόπεδο κατά τη μετακίνηση των Αράβων προς τα δυτικά παράλια της Β. Αφρικής και αργότερα κατέστη τόπος ανάπαυσης ως Καραβάν Σεράι, που εξελίχθηκε σε τόπο προσευχής. Απετέλεσε δε κέντρο θρησκευτικής έριδας μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών. 

Στην πόλη αυτή βρίσκονται εκτός του «Μεγάλου Τεμένους» και πολλά άλλα ιστορικά τζαμιά, που λειτουργούν ως θεολογικές σχολές ερμηνείας του Κορανίου.

















Είχε ελθει η ώρα για το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του ταξιδιού, την κάθοδο μας προς τα νότια της χώρας και τις ονειρικές οάσεις. Μετά από μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαδρομή με φόντο την οροσειρά του Άτλαντα, συναντήσεις με καμήλες 

και μια αναπάντεχη αμμοθύελλα 

φθάσαμε στην Τοζέρ. 

Την επόμενη ημέρα απολαύσαμε τις οάσεις Τσεμπίκα, Ταμέρζα και Ουγκινσμέλ, όπου γυρίστηκαν σκηνές της ταινίας Star Wars και τα σκηνικά της έχουν μετατραπεί σε δημοφιλές αξιοθέατο, 





με ενδιάμεση στάση και στην περιοχή που γυρίστηκαν σκηνές της ταινίας The English patient. Επίσης είδαμε και το εντυπωσιακό  "πανέρι" της Νέφτα. 










 Εντυπωσιακές στην διαδρομή ήταν οι "βουτιές" μας 😁με το θηριώδες τζιπ στους αμμόλοφους και το φαινόμενο του αντικατοπρισμού. 

Το βράδυ επισκεφθήκαμε το μουσείο Νταρ Σαριέτ, με τα ενδιαφέροντα εκθέματα του. 



Η επόμενη ημέρα περιλάμβανε βόλτα με παϊτόνια στο εκπληκτικό φοινικόδασος της Τοζέρ,



επίσκεψη στον ζωολογικό κήπο




 και στην συνέχεια περιήγηση στο κέντρο της πόλης με τα πολύχρωμα σουκς και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. 




Η πόλη βρίσκεται στην νοτιοδυτική Τυνησία, βορειοδυτικά της λιμνης Chott el Djerid. Είναι η πρωτεύουσα του Κυβερνείου Τοζέρ. Ήταν η τοποθεσία της αρχαίας πόλης  Τοσούρος. 

Σειρά είχε η επόμενη πανέμορφη όαση της Ντουζ. Ονομάζεται η «απόλυτη όαση των φοινίκων», επειδή έχει πάνω από 500.000 φοίνικες και είναι ένας σημαντικός παραγωγός χουρμάδων. Παλαιότερα ήταν ένας σημαίνων σταθμός στις διαδρομές των καραβανιών στην Σαχάρα. Σήμερα, είναι ένας προορισμός για τουρίστες που ενδιαφέρονται να δουν την έρημο και ένα σημείο εκκίνησης για πεζοπορίες στην έρημο με καμήλα, μοτοσικλέτα ή τετρακίνητο όχημα.

Στην διαδρομή σταματήσαμε στην καλυμμένη από αλάτι εξωπραγματική λίμνη Chott el Djerid, όπου για μια ακόμη φορά απολαύσαμε το φαινόμενο του αντικατοπρισμού. 






Ίσως ήταν η πιο ενδιαφέρουσα ημέρα του ταξιδιού που έκλεισε με την βόλτα με καμήλες στους αμμόλοφους της Σαχάρας και την μοναδική δύση σε ένα απόλυτα ήρεμο και από κόσμο τοπίο, διαπιστώντας για μια ακόμη φορά (ήταν η 6η επίσκεψη μας σε έρημο) ότι κάθε έρημος πάντα κάτι άλλο έχει να σου προσφέρει.






Την επόμενη ξεκινήσαμε την μακρινή επιστροφή μας προς το βορρά και στην διαδρομή επισκεφθήκαμε το βερβερίνικο χωριό Ματμάτα, με τις κατοικίες των τρωγλοδυτών, 






την πόλη Ελ Τζεμ, όπου θαυμάσαμε τα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου








 και το Ρωμαϊκό Αμφιθέατρο. 



Το αμφιθέατρο χτίστηκε γύρω στο 238 μ.Χ. στο Thysdrus, που βρίσκεται στη ρωμαϊκή επαρχία της Αφρικής Proconsularis και στο σημερινό El Djem της Τυνησίας. Είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα ρωμαϊκά πέτρινα ερείπια στον κόσμο και είναι μοναδικό στην Αφρική. Όπως και άλλα αμφιθέατρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κτίστηκε για εκδηλώσεις και είναι ένα από τα μεγαλύτερα αμφιθέατρα στον κόσμο. Η εκτιμώμενη χωρητικότητα είναι αυτή των 35.000 ατόμων και τα μεγέθη του μεγάλου και του μικρού άξονα είναι αντίστοιχα 148 και 122 μέτρα. Το αμφιθέατρο είναι κτισμένο από λιθόπλινθους, βρίσκεται στο επίπεδο του εδάφους και είναι εξαιρετικά διατηρημένο. Το αμφιθέατρο του Ελ Τζεμ  είναι το τρίτο αμφιθέατρο που χτίστηκε στο ίδιο μέρος. Εικάζεται ότι κατασκευάστηκε από τον τοπικό ανθύπατο Γόρδιο, ο οποίος έγινε αυτοκράτορας ως Γόρδιος Γ'. Κατά τον Μεσαίωνα, χρησίμευε ως φρούριο και ο πληθυσμός της περιοχής αναζήτησε καταφύγιο σ' αυτό κατά τις επιθέσεις των Βανδάλων το 430 και των Αράβων το 647. Το 1695, κατά τη διάρκεια των επαναστάσεων της Τύνιδας, ο Μοχάμεντ Μπέη Ελ Μουράντι έκανε ένα άνοιγμα σε ένα από τα τείχη για να σταματήσει την αντίσταση των οπαδών του αδελφού του Αλί Μπέη αλ Μουράντι που συγκεντρώθηκαν μέσα στο αμφιθέατρο. Πιστεύεται ότι το αμφιθέατρο χρησιμοποιήθηκε ως αλιτεροποιία στα τέλη του 18ου, ως και τον 19ο αιώνα. Γύρω στο 1850, το ρήγμα στο τείχος διευρύνθηκε από τον Ahmad I ibn Mustafa κατά  περίπου 30 μέτρα. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η κατασκευή χρησιμοποιήθηκε για καταστήματα, κατοικίες και αποθήκευση σιτηρών.

  Στάση στο Μοναστίρ, που ιδρύθηκε πάνω στα ερείπια της Φοινικικής - Αρχαίας Ρωμαϊκής πόλης Ρουσπίνα. Στην πόλη υπάρχει ένα καλοδιατηρημένο κάστρο, το οποίο χτίστηκε το 796 μ.Χ. με σκοπό να ανιχνεύει την θάλασσα για εχθρικά πλοία και να φυλάσσει την πόλη από τις πειρατικές επιδρομές. Στο Μοναστίρ γεννήθηκε και ο πρώτος πρόεδρος της Τυνησίας Χαμπίμπ Μπουργκίμπα όπου βρίσκεται και το μαυσωλείο του.







Το τοπίο ήδη είχε αλλάξει και είχε αντικατασταθεί από ένα μεσογειακό σκηνικό με ατελείωτους ελαιώνες. 

Στάση στην Σους και βόλτα στο κέντρο της. 






Τον  11ο αιώνα π.Χ. οι Τύριοι ίδρυσαν το Hadrumetum, ως εμπορικό σταθμό και σημείο αναφοράς κατά μήκος των εμπορικών οδών τους προς την Ιταλία και το στενό του Γιβραλτάρ. Η ίδρυσή του (στις εκβολές ποταμού, περίπου 9,7 χλμ. βόρεια της παλιάς Σους) προηγήθηκε της Καρχηδόνας, αλλά, όπως και άλλες δυτικές φοινικικές αποικίες, έγινε μέρος της Καρχηδονιακής Αυτοκρατορίας μετά από τον Ναβουχοδονόσορα Β'. Η πόλη εμφανίστηκε στον Τρίτο Σικελικό Πόλεμο, τον Δεύτερο και τον Τρίτο Πουνικό Πόλεμο (στον τελευταίο εξασφάλισε επιπλέον έδαφος και ειδικά προνόμια βοηθώντας τη Ρώμη ενάντια σε ό,τι είχε απομείνει από τους Καρχηδονίους) και στον Εμφύλιο Πόλεμο του Καίσαρα, που όταν σκόνταψε ενώ έβγαινε στη στεριά, αντιμετώπισε τον κακό οιωνό  αρπάζοντας χούφτες χώμα και διακηρύσσοντας "Σε έχω τώρα, Αφρική!" Η δεύτερη πόλη της Ρωμαϊκής Αφρικής μετά την Καρχηδόνα, έγινε πρωτεύουσα της επαρχίας της Βυζακήνας κατά τις Διοκλητιανές Μεταρρυθμίσεις. Οι ιθαγενείς γιοί του ήταν ο νομικός Σάλβιος Ιουλιανός, ο αυτοκράτορας Κλόδιος Αλβίνος και πολλοί χριστιανοί άγιοι. Οι ρωμαϊκές και βυζαντινές κατακόμβες κάτω από την πόλη είναι εκτεταμένες. Οι Βάνδαλοι λεηλάτησαν το Hadrumetum το 434, αλλά παρέμεινε σημαντικό μέρος του Βασιλείου τους. Ένας επίσκοπος και ένας ανθύπατος μαρτύρησαν εκεί όταν εξαναγκαστηκαν οι υπήκοοι να ασπαστούν τον Αρειανισμό. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ανακατέκτησε την πόλη το 534 κατά τη διάρκεια του Βανδαλικού Πολέμου και συμμετείχε σε ένα πρόγραμμα δημοσίων έργων που περιλάμβανε νέες οχυρώσεις και εκκλησίες. Η πόλη λεηλατήθηκε κατά την κατάκτηση της Βόρειας Αφρικής από το Χαλιφάτο των Ομαγιάδων τον 7ο αιώνα. Οι μουσουλμανικοί αραβικοί στρατοί διέδωσαν γρήγορα τον αραβικό πολιτισμό σε αυτήν την περιοχή, που ήταν ένα πλήρως ρωμανική και εκχριστιανισμένη. Υπό τους Aghlabids, τα Σούσα εγκαταστάθηκαν κοντά στα ερείπια του Hadrumetum και χρησίμευαν ως το κύριο λιμάνι τους. Η εισβολή τους στη Σικελία το 827 ξεκίνησε κυρίως από το λιμάνι της πόλης. Μετά την κατάληψη της βυζαντινής πόλης Melite (σημερινή Mdina στη Μάλτα) από τους Aghlabids το 870, το μάρμαρο από τις εκκλησίες της χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του Ribat. Μια  κατασκευή που συνδύαζε τους σκοπούς ενός μιναρέ και ενός παρατηρητή Ρίου και παραμένει σε εξαιρετική κατάσταση προσελκύοντας επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Τα Σούσα καταλήφθηκαν για λίγο από τη Νορμανδική Σικελία τον 12ο αιώνα. Υπέκυψαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 16ο αιώνα και βομβαρδίστηκαν από τον γαλλικό και βενετικό στόλο τον 18ο αιώνα. Η μεσαιωνική Σούσα ήταν γνωστή για τις κλωστοϋφαντουργικές της βιομηχανίες, που παρήγαγαν μεταξωτά και λινάρι, υφάσματα που ονομάζονταν Sūsī. Μετά την παρακμή της Mahdia τον 15ο και 16ο αιώνα, τα Σούσα παρέμειναν ως η πιο σημαντική πόλη στην περιοχή του Σαχέλ, με πληθυσμό περίπου 15.000 κατοίκων.

Η Τυνησία έγινε γαλλικό προτεκτοράτο το 1881. Γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, η Σούσα είχε πληθυσμό 7.000 κατοίκων και ήταν η δεύτερη πιο σημαντική πόλη στην Τυνησία μετά την ίδια την Τύνιδα. Τότε ολόκληρος ο πληθυσμός της Sousse ζούσε στην περιτειχισμένη Μεδίνα. Η Μεδίνα περιβαλλόταν από αγροτικούς οικισμούς, δύο από τους οποίους - η Καλά Κεμπίρα και ο Μσακέν - ήταν πιο πυκνοκατοικημένοι από την ίδια την πόλη. Το Γαλλικό Προτεκτοράτο ενίσχυσε τον ρόλο της Σους ως εμπορικό και διοικητικό κέντρο με την ίδρυση δημόσιων κτιρίων, τη διεύρυνση του λιμανιού της πόλης και την κατασκευή σιδηροδρόμων. Μεταξύ 1896 και 1911, κατασκευάστηκαν σιδηροδρομικές γραμμές που συνδέουν τη Σους με την Τύνιδα, το Καϊρουάν, το Σφαξ, τη Μαχντία, το Μοκνίν και το Χενσίρ Σουβατίρ. Πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Sousse είχε περίπου 25.000 κατοίκους, συμπεριλαμβανομένων περίπου 10.000 Γάλλων και περίπου 5.000 άλλων Ευρωπαίων, κυρίως Ιταλών και Μαλτέζων. Η Σους καταστράφηκε από τον πόλεμο και υπέστη 39 βομβαρδισμούς μεταξύ των μηνών Δεκεμβρίου 1942 και Μαΐου 1943. Το 1946, μετά το τέλος του πολέμου, οι αρχές αποφάσισαν να δώσουν υψηλή προτεραιότητα στις προσπάθειες ανοικοδόμησης στη Σους. 

Πριν την άφιξη μας στην παραθαλάσσια Χαμμαμέτ, στάση και στο διάσημο θέρετρο Πορτ Ελ Καντάουϊ.



Η μέρα που ακολούθησε περιλάμβανε ξεκούραση στις εγκαταστάσεις του μεγάλου ξενοδοχείου μας και επίσκεψη στο παραλιακό τουριστικό τμήμα της πόλης.

Την τελευταία ημέρα επισκεφτήκαμε το ιστορικό κέντρο της Χαμμαμέτ





 και στην συνέχεια επιστρέψαμε στην Τύνιδα για να εξερευνήσουμε καλύτερα το ιστορικό της κέντρο. 


Ευχάριστη έκπληξη του ταξιδιού η επίσκεψη στο διάσημο, τόσο όμοιο με ελληνικό (λόγω του μπλε και λευκού χρώματος των κτιρίων του) γραφικό χωριό Σίντι Μπου Σάϊντ.










Ακολούθησε δείπνο στην παραλιακή περιοχή της Τύνιδας La Goulette και αναχώρηση για το αεροδρόμιο...

Ένα ακόμη ταξίδι είχε τελειώσει με την σκέψη μας πάντα στο επόμενο!!

Προτάσεις για διαμονή :

Τύνιδα Hotel Africa 5*


Τοζέρ Hotel Ras El Ain 4*


Ντουζ Hotel El Mouradi Douz 4*


Χαμμαμέτ Le Royal 5 *







2 σχόλια:

giannistim είπε...

Πάντα τέτοια !! :-) Εξαιρετική παρουσίαση !

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ είπε...

Πολυ καλλη παρουσιαση Αθηνα !!!!!!